Η λέξη "cura" είναι ουσιαστικό (sustantivo).
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "cura" με χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι /ˈku.ɾa/.
Η λέξη "cura" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να δηλώσει την έννοια της φροντίδας ή της θεραπείας. Χρησιμοποιείται συχνά σε ιατρικά ή γενικά πλαίσια, αναφερόμενη είτε σε διαδικασίες θεραπείας είτε στη φροντίδα κάποιου ή κάτι. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή και εμφανίζεται τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο.
Ο γιατρός μου συνέστησε μια θεραπεία για την ασθένειά μου.
La cura de mis plantas requiere mucha atención.
Η φροντίδα των φυτών μου απαιτεί πολλή προσοχή.
Él siempre muestra mucha cura en lo que hace.
Η λέξη "cura" προέρχεται από τη λατινική λέξη "cura", που σημαίνει φροντίδα ή φροντίδα και έχει τις ρίζες του σε γλωσσικές παραδόσεις που σχετίζονται με τη φροντίδα και τη θεραπεία.
Συνώνυμα: - Asistencia (βοήθεια) - Tratamiento (θεραπεία) - Cuidado (φροντίδα)
Αντώνυμα: - Negligencia (αμέλεια) - Descuido (παραμέληση) - Abandono (παράλειψη)