cura - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

cura (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "cura" είναι ουσιαστικό (sustantivo).

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "cura" με χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι /ˈku.ɾa/.

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικά

Σημασία της λέξης

Η λέξη "cura" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να δηλώσει την έννοια της φροντίδας ή της θεραπείας. Χρησιμοποιείται συχνά σε ιατρικά ή γενικά πλαίσια, αναφερόμενη είτε σε διαδικασίες θεραπείας είτε στη φροντίδα κάποιου ή κάτι. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή και εμφανίζεται τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El médico me recomendó una cura para mi enfermedad.
  2. Ο γιατρός μου συνέστησε μια θεραπεία για την ασθένειά μου.

  3. La cura de mis plantas requiere mucha atención.

  4. Η φροντίδα των φυτών μου απαιτεί πολλή προσοχή.

  5. Él siempre muestra mucha cura en lo que hace.

  6. Αυτός πάντα δείχνει πολλή φροντίδα σε αυτό που κάνει.

Ιδωματικές εκφράσεις

  1. A falta de cura, busca alternativas.
  2. Αν δεν υπάρχει θεραπεία, αναζητήστε εναλλακτικές.
  3. Su cura fue rápida y efectiva.
  4. Η θεραπεία της ήταν γρήγορη και αποτελεσματική.
  5. No hay cura para el amor, dicen algunos.
  6. Δεν υπάρχει θεραπεία για την αγάπη, λένε μερικοί.

Ετυμολογία

Η λέξη "cura" προέρχεται από τη λατινική λέξη "cura", που σημαίνει φροντίδα ή φροντίδα και έχει τις ρίζες του σε γλωσσικές παραδόσεις που σχετίζονται με τη φροντίδα και τη θεραπεία.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Asistencia (βοήθεια) - Tratamiento (θεραπεία) - Cuidado (φροντίδα)

Αντώνυμα: - Negligencia (αμέλεια) - Descuido (παραμέληση) - Abandono (παράλειψη)



22-07-2024