Η φράση "curarse en salud" λειτουργεί ως ρητό ή έκφραση και δεν ανήκει σε συγκεκριμένο μέρος του λόγου.
/kuˈɾaɾ.se en saluð/
Η φράση "curarse en salud" αναφέρεται στη διαδικασία του να λαμβάνει κάποιος μέτρα ή προφυλάξεις για να αποφύγει προβλήματα υγείας στο μέλλον. Χρησιμοποιείται συχνά για να υποδείξει ότι είναι καλύτερο να προλαμβάνει κανείς παρά να θεραπεύει. Αυτή η έκφραση συναντάται σε διάφορα περιβάλλοντα, με συχνή χρήση και στον προφορικό και στον γραπτό λόγο.
Es mejor curarse en salud antes de que sea demasiado tarde.
(Είναι καλύτερο να προνοήσει κανείς για την υγεία του πριν να είναι πολύ αργά.)
Siempre es aconsejable curarse en salud, así que hazte chequeos médicos regularmente.
(Είναι πάντα καλό να φροντίζεις την υγειά σου, οπότε κάνε τακτικούς ιατρικούς ελέγχους.)
Al decidir sobre su estilo de vida, decidió curarse en salud evitando los excesos.
(Αποφασίζοντας για τον τρόπο ζωής του, αποφάσισε να προφυλαχτεί αποφεύγοντας τις υπερβολές.)
Η φράση "curarse en salud" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορα ιδιωματικά συμφραζόμενα. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα:
Es importante curarse en salud al comer, eligiendo alimentos saludables.
(Είναι σημαντικό να φροντίζεις την υγεία σου όταν τρως, επιλέγοντας υγιεινές τροφές.)
Antes de iniciar cualquier proyecto, es bueno curarse en salud haciendo un plan de contingencia.
(Πριν ξεκινήσεις οποιοδήποτε σχέδιο, είναι καλό να προνοήσεις, κάνοντας ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης.)
Al ir de viaje, siempre debes curarte en salud informando a alguien de tus planes.
(Όταν ταξιδεύεις, πρέπει πάντα να προφυλαχτείς ενημερώνοντας κάποιον για τα σχέδιά σου.)
Η ετυμολογία της λέξης "curarse" προέρχεται από το λατινικό "curare", που σημαίνει "να φροντίζω" ή "να θεραπεύω", συνδυασμένο με "salud", που σημαίνει "υγεία" στα Ισπανικά.
Συνώνυμα: - prevenir (να προλαμβάνει) - proteger (να προστατεύει)
Αντώνυμα: - descuidar (να αμελεί) - ignorar (να αγνοεί)