Curvo είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου: /ˈkuɾ.βo/
Η λέξη curvo χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που έχει καμπύλη ή κυρτή μορφή. Μπορεί να αναφέρεται σε γραμμές, επιφάνειες ή αντικείμενα όπου οι γωνίες δεν είναι ευθείες. Είναι μια συχνά χρησιμοποιούμενη λέξη στον καθημερινό λόγο και μπορεί να εμφανίζεται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
Ο δρόμος είναι καμπύλος και επικίνδυνος.
La barra de metal es curvo en su diseño.
Η λέξη curvo δεν χρησιμοποιείται συχνά σε συγκεκριμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά σε διάφορες μεταφορικές χρήσεις που σχετίζονται με την καμπυλότητα ή τη διαδρομή. Εδώ είναι μερικές προτάσεις που δείχνουν την χρήση της:
Η καμπύλη της ζωής μας διδάσκει να προσαρμοζόμαστε.
No sigas la línea recta, a veces es mejor tomar el camino curvo.
Μη συνεχείς στην ευθεία γραμμή, μερικές φορές είναι καλύτερο να πάρεις τον καμπύλο δρόμο.
Debemos entender que en la vida a veces hay que ser curvos.
Η λέξη curvo προέρχεται από το λατινικό curvus, που σημαίνει "καμπυλωτός" ή "κυρτός".
Συνώνυμα: - Arcado (καμπύλος) - Cóncavo (κοίλος)
Αντώνυμα: - Recto (ευθύς) - Plano (ισιός)