dar pena - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

dar pena (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η φράση "dar pena" είναι μια ρήση που περιλαμβάνει το ρήμα "dar" (να δίνω) και το ουσιαστικό "pena" (λύπη ή ντροπή).

Φωνητική μεταγραφή

/dar ˈpe.na/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η φράση "dar pena" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να εκφράσει ότι κάτι προκαλεί αίσθημα ντροπής ή λύπης. Είναι κοινώς χρησιμοποιούμενη στον προφορικό λόγο, αλλά μπορεί επίσης να εμφανίζεται σε γραπτό κείμενο. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει καταστάσεις ή ανθρώπους που προκαλούν συμπάθεια ή θλίψη.

Συχνότητα Χρήσης

Η φράση είναι συχνά χρησιμοποιούμενη τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να είναι πιο συνηθισμένη στην καθημερινή συνομιλία και σε πιο ανεπίσημα περιβάλλοντα.

Παραδειγματικές Προτάσεις

  1. "Me da pena ver a esa persona sola."
  2. "Μου προκαλεί λύπη να βλέπω αυτό το άτομο μόνο."

  3. "Dar pena no significa que no debas ayudar."

  4. "Το να προκαλείς ντροπή δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να βοηθήσεις."

  5. "Es triste dar pena a los demás."

  6. "Είναι λυπηρό να προκαλείς λύπη στους άλλους."

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η φράση "dar pena" εμφανίζεται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα. Ορισμένες από αυτές περιλαμβάνουν:

  1. "Dar pena ajena."
  2. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια κατάσταση κατά την οποία νιώθεις ντροπή για κάποιον άλλον.
  3. "Es difícil ver su comportamiento y no sentir pena ajena."
  4. "Είναι δύσκολο να βλέπεις τη συμπεριφορά του και να μη νιώθεις ντροπή για αυτόν."

  5. "No quiero dar pena."

  6. Χρησιμοποιείται όταν κάποιος δε θέλει να προκαλέσει λύπη ή εντύπωση στους άλλους.
  7. "No quiero dar pena, así que trataré de sonreír más."
  8. "Δεν θέλω να προκαλέσω λύπη, γι' αυτό θα προσπαθήσω να χαμογελώ περισσότερο."

  9. "Dar pena porque no sabe."

  10. Αντιπροσωπεύει τη λύπη που αισθάνεται κάποιος λόγω της αδυναμίας ή της άγνοιας κάποιου άλλου.
  11. "Me da pena porque no sabe cómo cocinar bien."
  12. "Μου προκαλεί λύπη γιατί δεν ξέρει να μαγειρεύει καλά."

Ετυμολογία

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024