Dardo είναι ένα ουσιαστικό.
/ˈdaɾðo/
Η λέξη "dardo" αναφέρεται κυρίως σε ένα αντικείμενο που χρησιμοποιείται για ρίψη, όπως ένα βέλος ή ένα ακόντιο. Χρησιμοποιείται σε ποικιλία πλαισίων, από τον αθλητισμό μέχρι τον πόλεμο. Η λέξη είναι αρκετά συχνή, χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο αλλά είναι πιο κοινή σε περιγραφές που αφορούν τη στρατηγική, τον αθλητισμό ή την κυνηγεσία.
El dardo voló rápido hacia el objetivo.
(Το βέλος πέταξε γρήγορα προς τον στόχο.)
En la competencia de tiro con dardo, él ganó el primer lugar.
(Στον αγώνα τοξοβολίας με βέλη, αυτός κέρδισε την πρώτη θέση.)
El guerrero lanzó un dardo con precisión.
(Ο πολεμιστής πέταξε ένα βέλος με ακρίβεια.)
Η λέξη "dardo" χρησιμοποιείται και σε ιδιωματικές εκφράσεις, κυρίως μεταφορικά.
Ejemplo: No seas tan sarcástico, siempre echas un dardo cuando nadie lo espera.
(Μην είσαι τόσο σαρκαστικός, πάντα κάνεις μια αιχμηρή παρατήρηση όταν κανείς δεν το περιμένει.)
"Dardo en el corazón" (βέλος στην καρδιά) αναφέρεται σε μια συναισθηματική πληγή ή προσβολή.
Ejemplo: Esas palabras fueron un dardo en el corazón de mi amigo.
(Αυτά τα λόγια ήταν ένα βέλος στην καρδιά του φίλου μου.)
"Dardo verbal" (λεκτικό βέλος) σημαίνει μια επιθετική ή ανήθικη δήλωση.
Η λέξη "dardo" προέρχεται από το λατινικό "dardus", που σημαίνει "βέλος" ή "ακόντιο".
Συνώνυμα: - Flecha (βέλος) - Acontio (ακόντιο)
Αντώνυμα: - Cubierta (κάλυμμα, όπως κάτι που προστατεύει ή αποκρύπτει)
Αυτή η παρουσίαση παρέχει μια λεπτομερή ανάλυση της λέξης "dardo" στα Ισπανικά και τη χρήση της σε διάφορους τομείς.