Η φράση "de asiento" λειτουργεί ως προθετική φράση (préposición + sustantivo) στη γλώσσα Ισπανικά.
[de aˈsjento]
Η φράση "de asiento" χρησιμοποιείται κυρίως για να αναφέρεται σε κάτι που σχετίζεται με μια θέση ή μια κατάσταση. Στις περισσότερες περιπτώσεις, αφορά την ιδέα της υποστήριξης ή της σταθερής βάσης. Η χρήση της είναι πιο συχνή σε γραπτά κείμενα, αλλά μπορεί να εμφανιστεί και στον προφορικό λόγο.
"Νιώθω πιο άνετα από θέση στην καινούρια καρέκλα."
"El coche tiene buenos sistemas de asiento para mayor comodidad."
"Το αυτοκίνητο έχει καλά συστήματα θέσης για μεγαλύτερη άνεση."
"Es importante saber de asiento los requisitos para el examen."
Η φράση "de asiento" εμφανίζεται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις και αλληγορίες στη γλώσσα Ισπανικά.
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που έχει σταθερή ή σίγουρη θέση στη ζωή του.
"No está de asiento."
Συχνά αναφέρεται σε κάποιον που δεν είναι σταθερός ή σίγουρος για τις αποφάσεις του.
"De asiento y conciencia."
Χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει ότι κάποιος ενεργεί με γνώμονα την ηθική ή τη σωστή σκέψη.
"Tomar las decisiones de asiento."
Η φράση "de asiento" προέρχεται από το ισπανικό "asiento", το οποίο προέρχεται από το ρημα "asentar", που σημαίνει να τοποθετείς ή να καθορίζεις μια θέση.
Συνώνυμα: - de posición (από θέση) - de base (ως βάση)
Αντώνυμα: - de pie (σε όρθια θέση) - inestable (όχι σταθερός)