Η φράση "de cabeza" είναι προθετική φράση και χρησιμοποιείται ως επίρρημα στο ισπανικά.
/ðe kaˈβeθa/
Η φράση "de cabeza" χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει κάτι που γίνεται ή γίνεται με το κεφάλι. Μπορεί να αναφέρεται σε πράξεις που εκτελούνται γρήγορα ή με ένταση, όπως το να μάθεις κάτι απ’ έξω. Είναι συνηθισμένη σε προφορικό λόγο αλλά μπορεί να εμφανιστεί και σε γραπτό περιβάλλον.
Η φράση "de cabeza" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα. Ακολουθούν ορισμένες από αυτές:
Πηγαίνω κατευθείαν στη δουλειά.
Caer de cabeza
Πέφτω με τα μούτρα (σε μια κατάσταση ή σε μια εργασία).
Aprender de cabeza
Η φράση "de cabeza" προέρχεται από τον συνδυασμό της λέξης "de" (από) και "cabeza" (κεφάλι), με την έννοια ότι κάτι γίνεται χρησιμοποιώντας ή αναφερόμενο στο κεφάλι.