de pico - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

de pico (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "de pico" είναι μια φράση που χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε κάτι που έχει σχήμα ή ιδιότητες που σχετίζονται με το "πίκο", δηλαδή με ένα αιχμηρό ή κωνικό άκρο.

Φωνητική μεταγραφή

/dɛ ˈpiko/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η φράση "de pico" χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα για να δηλώσει κάποια ποιότητα ή χαρακτηριστικό που σχετίζεται με έναν αιχμηρό, κωνικό ή απότομο σχηματισμό. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορα πλαίσια, όπως η γεωμετρία, η περιγραφή αντικειμένων, ή ακόμα και μεταφορικά.

Προφορική και Γραπτή Χρήση

Η φράση "de pico" χρησιμοποιείται και στο προφορικό και στο γραπτό πλαίσιο, αλλά είναι πιο κοινή σε τεχνικά ή περιγραφικά κείμενα αντί για καθημερινές συνομιλίες.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La montaña tiene una forma de pico.
  2. Το βουνό έχει σχήμα αιχμής.
  3. El lápiz estaba afilado de pico.
  4. Το μολύβι ήταν κοφτερό στην άκρη.
  5. Esa herramienta tiene un extremo de pico que es muy útil.
  6. Αυτή η εργαλείο έχει μια αιχμηρή άκρη που είναι πολύ χρήσιμη.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "de pico" δεν είναι κοινή σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συσχετιστεί με άλλες φράσεις που δηλώνουν κάτι που είναι αιχμηρό ή απότομο.

  1. Hablar de pico.
  2. Να μιλάς με αιχμηρό τρόπο.
  3. (Μπορεί να αναφέρεται σε έναν τρόπο ομιλίας που είναι άμεσος ή μπορεί να προσβάλλει.)

  4. Cortar de pico.

  5. Να κόβεις με αιχμή.
  6. (Μπορεί να αναφέρεται στη διαδικασία κοπής ή σε μια απότομη παρέμβαση.)

  7. Algo de pico.

  8. Κάτι που είναι αιχμηρό ή σκληρό.
  9. (Μπορεί να χρησιμοποιηθεί μεταφορικά για να περιγράψει μια οδυνηρή κατάσταση ή γεγονός.)

Ετυμολογία

Η φράση "de pico" προέρχεται από την ισπανική λέξη "pico" που σημαίνει "αιχμή" ή "νύχι". Χρησιμοποιείται για να περιγράψει αντικείμενα ή μορφές που έχουν συγκεκριμένα αιχμηρά χαρακτηριστικά.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - De punta (με αιχμή) - Afilado (κοφτερό)

Αντώνυμα: - De plano (άπλα) - Redondeado (στρογγυλό)



23-07-2024