Η φράση "de primera" λειτουργεί ως επίθετο ή επίρρημα στην ισπανική γλώσσα.
[de pɾimeɾa]
Η φράση "de primera" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι εξαιρετικής ποιότητας ή της πρώτης κατηγορίας. Η χρήση της είναι συχνή τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο, αν και μπορεί να παρατηρηθεί λίγο περισσότερο σε καθημερινές συζητήσεις, καθώς αναφέρεται σε καταστάσεις ή πράγματα που χαρακτηρίζονται από υψηλή ποιότητα.
(Το εστιατόριο είναι πρώτης κατηγορίας.)
Esta película es de primera y la recomiendo.
(Αυτή η ταινία είναι εξαιρετική και τη συνιστώ.)
Tienen un servicio de primera en este hotel.
Η φράση "de primera" χρησιμοποιείται επίσης σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, οι οποίες προσθέτουν νόημα και περιεχόμενο σε διάφορους συναφείς τομείς.
(Είναι αθλητής πρώτης κατηγορίας.)
Ese coche es de primera.
(Αυτοκίνητο είναι πρώτης κατηγορίας.)
Vive en una casa de primera.
(Ζει σε ένα σπίτι εξαιρετικής ποιότητας.)
Su desempeño en el trabajo es de primera.
(Η απόδοση του στη δουλειά είναι εξαιρετική.)
La comida aquí es de primera.
Η έκφραση "de primera" προέρχεται από τη λέξη "primera", που σημαίνει "πρώτη" στα ισπανικά, η οποία έχει τις ρίζες της στη λατινική λέξη "primarius".
Συνώνυμα: - de calidad - excelente - superior
Αντώνυμα: - de baja calidad - mediocre - inferior