Η φράση "de repente" είναι μια προσδιοριστική φράση και λειτουργεί ως επιρρηματική έκφραση στη γλώσσα Ισπανικά.
/dɛ rɛˈpɛnte/
Η φράση "de repente" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να περιγράψει κάτι που συμβαίνει ξαφνικά ή απροσδόκητα. Χρησιμοποιείται συχνά στον προφορικό λόγο, αλλά και στο γραπτό κείμενο. Εμφανίζεται μεσαία ή στο τέλος προτάσεων.
Ξαφνικά, άρχισε να βρέχει.
Estaba tranquilo, pero de repente se puso nervioso.
Ήταν ήρεμος, αλλά ξαφνικά έγινε νευρικός.
De repente, escuché un ruido extraño.
Η φράση "de repente" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα:
Όλα άλλαξαν ξαφνικά.
De repente, se dio cuenta de su error.
Ξαφνικά, συνειδητοποίησε το λάθος του.
La música paró de repente.
Η μουσική σταμάτησε ξαφνικά.
De repente, todo se volvió oscuro.
Ξαφνικά, όλα έγιναν σκοτεινά.
De repente, un amigo apareció.
Η φράση "de repente" προέρχεται από το λατινικό "repente" το οποίο σημαίνει "ξαφνικά" ή "απότομα". Το "de" σημαίνει "από" και μαζί σχηματίζουν την έννοια του απροσδόκητου.
Συνώνυμα: - De pronto - Súbitamente
Αντώνυμα: - Lentamente (αργά) - Progresivamente (σταδιακά)