debe - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

debe (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "debe" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Фωνητική μεταγραφή στην διεθνή φωνητική αλφάβητο (IPA): /ˈðeβe/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Στα ισπανικά, το "debe" προέρχεται από το ρήμα "deber", το οποίο σημαίνει "πρέπει" ή "οφείλει". Χρησιμοποιείται κυρίως για να δηλώσει υποχρέωση ή χρέος, είτε οικονομικό είτε ηθικό. Η συχνότητα χρήσης του είναι υψηλή και χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αλλά παρατηρείται ιδιαίτερα σε νομικές και λογιστικές περιπτώσεις.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. Ella debe pagar la factura antes de fin de mes.
  2. Αυτός πρέπει να πληρώσει τον λογαριασμό πριν από το τέλος του μήνα.

  3. Todos debemos cumplir con la ley.

  4. Όλοι πρέπει να τηρούμε τον νόμο.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Το "debe" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά.

  1. Deber de ser.
  2. Πρέπει να είναι.
  3. «Ese coche debe de ser muy rápido.»
  4. Αυτό το αυτοκίνητο πρέπει να είναι πολύ γρήγορο.

  5. Deber y haber.

  6. Χρέος και υποχρέωση.
  7. «Ella siempre dice que deber y haber son importantes en la vida.»
  8. Αυτή πάντα λέει ότι το χρέος και η υποχρέωση είναι σημαντικά στη ζωή.

  9. En caso de que se deba.

  10. Σε περίπτωση που πρέπει.
  11. «En caso de que se deba, tendremos que buscar ayuda.»
  12. Σε περίπτωση που πρέπει, θα πρέπει να ζητήσουμε βοήθεια.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "debe" προέρχεται από το λατινικό "debere", το οποίο σημαίνει "χρωστάω" ή "πρέπει". Η ετυμολογία αυτή συνδέει τη λέξη με έννοιες υποχρέωσης και χρέους.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - "deber" (πρέπει) - "obligación" (υποχρέωση)

Αντώνυμα: - "libertad" (ελευθερία) - "opción" (επιλογή)



22-07-2024