"Decadente" είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA): /dekaˈðente/
Η λέξη "decadente" αναφέρεται σε κάτι που βρίσκεται σε διαδικασία παρακμής ή μειώσεως. Ενδέχεται να χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια κατάσταση ή ένα πράγμα που έχει χάσει την πρώην αξία, ποιότητα ή καλή του κατάσταση. Στα ισπανικά, χρησιμοποιείται συχνά τόσο σε προφορικούς όσο και σε γραπτούς λόγους, αν και είναι πιθανότερο να συναντήσετε τη λέξη σε λογοτεχνικά ή πιο επίσημα κείμενα.
Ο ρωμαϊκός πολιτισμός ήταν παρακμιακός τα τελευταία του χρόνια.
El arte se volvió decadente durante el siglo XIX.
Η τέχνη έγινε παρακμιακή κατά τον 19ο αιώνα.
Su estilo de vida se volvió decadente después de la crisis.
Η λέξη "decadente" χρησιμοποιείται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κοινωνίες που έχουν χάσει τις ηθικές ή πολιτιστικές τους αξίες.
Un arte decadente
Αναφέρεται σε καλλιτεχνικά κινήματα ή έργα που χαρακτηρίζονται από έλλειψη ζωντάνιας ή ενθουσιασμού.
Un estilo decadente
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα στυλ ντυσίματος ή αρχιτεκτονικής που δείχνει υπερβολή ή απώλεια γνησιότητας.
Decadente como un castillo de naipes
Η λέξη "decadente" προέρχεται από το λατινικό "decadens", το οποίο σημαίνει "καταρρέων" ή "περιπεσών", που σχετίζεται με την έννοια της παρακμής.
Συνώνυμα: - Ruinoso - Declinante - Degenerado
Αντώνυμα: - Próspero - Floreciente - Vigente