decencia - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

decencia (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Η λέξη "decencia" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.

Φωνητική Μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "decencia" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου (IPA) είναι: /deˈsen.sja/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "decencia" αναφέρεται σε μια κατάσταση ή ποιότητα σχετική με την ευπρέπεια, την ηθική και την αξιοπρέπεια. Χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και συναντάται συχνά σε πιο επίσημες και νομικές περιστάσεις. Η συχνότητά της μπορεί να θεωρηθεί μέτρια, καθώς συνδέεται με τη συζήτηση περί ηθικών αξιών και κοινωνικών κανόνων.

Παραδείγματα

  1. La decencia es un valor importante en nuestra sociedad.
  2. Η ευπρέπεια είναι μια σημαντική αξία στην κοινωνία μας.

  3. Es necesario mantener la decencia en las discusiones.

  4. Είναι απαραίτητο να διατηρούμε την ευπρέπεια στις συζητήσεις.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "decencia" χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με ήθη και αξίες:

  1. Hacer las cosas con decencia
  2. Να κάνεις τα πράγματα με ευπρέπεια.
  3. Αυτή η φράση αναφέρεται στην πράξη της εκτέλεσης των καθηκόντων μας με σεβασμό και ηθική.

  4. Perder la decencia

  5. Να χάσεις την ευπρέπεια.
  6. Αυτή η έκφραση σημαίνει να παραβείς ηθικούς κανόνες ή αξίες.

  7. Decencia ante todo

  8. Ευπρέπεια πάνω από όλα.
  9. Αυτή η φράση υποδηλώνει ότι η ηθική και η αξιοπρέπεια είναι οι υψηλότερες προτεραιότητες.

  10. Mantener la decencia en la política

  11. Να διατηρείς την ευπρέπεια στην πολιτική.
  12. Αναφέρεται στην ανάγκη για ηθικά πρότυπα στη δημόσια ζωή.

Ετυμολογία

Η λέξη "decencia" προέρχεται από το λατινικό "decentia", που σχετίζεται με το "decens" που σημαίνει "κατάλληλος" ή "ευπρεπής".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Αυτή είναι η ανάλυση της λέξης "decencia" σύμφωνα με τα αιτήματα που παρέχθηκαν.



23-07-2024