Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "decidido" είναι [deθiˈðiðo].
Χρήση
Η λέξη "decidido" χρησιμοποιείται στα Ισπανικά για να υποδηλώσει ότι κάποιος έχει πάρει μια απόφαση ή είναι αποφασισμένος. Χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
Παραδειγματικές Προτάσεις
Ya he decidido qué carrera universitaria voy a estudiar.
Estoy decidido a viajar por todo el mundo el próximo año.
La empresa ha decidido reducir los horarios de trabajo.
Ετυμολογία
Η λέξη "decidido" προέρχεται από το ρήμα "decidir", το οποίο προέρχεται από το λατινικό ρήμα "decidere".