declarar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

declarar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "declarar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/fde.klɑˈɾaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Το "declarar" στη γλώσσα Ισπανικά σημαίνει την πράξη να δηλώνεις κάτι επίσημα, να ανακοινώνεις ή να εκφράζεις μια γνώμη ή κατάσταση. Χρησιμοποιείται συχνά σε νομικά πλαίσια, όπως η δήλωση ενός μάρτυρα ή η αναγγελία μιας απόφασης σε δικαστήριο. Είναι σχετικά συχνά, τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. El testigo decidió declarar en el juicio.
  2. Ο μάρτυρας αποφάσισε να δηλώσει στη δίκη.

  3. La empresa tendrá que declarar sus ingresos el próximo trimestre.

  4. Η εταιρεία θα πρέπει να δηλώσει τα έσοδά της το επόμενο τρίμηνο.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Το "declarar" εμφανίζεται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Declarar la guerra
  2. Η χώρα decidió declarar la guerra a su vecino.
  3. Η χώρα αποφάσισε να κηρύξει τον πόλεμο στον γείτονά της.

  4. Declarar el amor

  5. El chico se armó de valor para declarar su amor.
  6. Το αγόρι συγκέντρωσε θάρρος για να δηλώσει τον έρωτά του.

  7. Declarar la bancarrota

  8. La empresa tuvo que declarar la bancarrota debido a las deudas.
  9. Η εταιρεία αναγκάστηκε να κηρύξει πτώχευση λόγω χρεών.

Ετυμολογία

Η λέξη "declarar" προέρχεται από τα λατινικά "declarare", που σημαίνει "να φανερώσω, να ξεκαθαρίσω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Αυτές οι πληροφορίες αναδεικνύουν τη σημασία και τη χρήση του ρήματος "declarar" στη γλώσσα Ισπανικά, καθώς και την πλούσια ετυμολογία και ιδιωματική χρήση του.



22-07-2024