decoro - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

decoro (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φωνητική μεταγραφή

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία

Η λέξη "decoro" αναφέρεται στην έννοια του ευπρεπούς, της ταξινόμησης και της τήρησης των κανόνων, τόσο στην προσωπική συμπεριφορά όσο και στον χώρο ή το περιβάλλον. Χρησιμοποιείται σε διάφορα πλαίσια, περιλαμβανομένων των νομικών και αρχιτεκτονικών συζητήσεων. Είναι συχνή στο γραπτό λόγο, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε προφορικές συζητήσεις.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El decoro en la vestimenta es importante para la imagen personal.
  2. Η ευπρέπεια στην ένδυση είναι σημαντική για την προσωπική εικόνα.

  3. En la arquitectura, el decoro de una edificación debe respetar su entorno.

  4. Στην αρχιτεκτονική, η διακόσμηση ενός κτηρίου πρέπει να σέβεται το περιβάλλον του.

Ιδιωματικές εκφράσεις

  1. Con decoro y dignidad, aceptó la responsabilidad.
  2. Με ευπρέπεια και αξιοπρέπεια, αποδέχτηκε την ευθύνη.

  3. El decoro en la mesa es fundamental en una cena formal.

  4. Η ευπρέπεια στο τραπέζι είναι θεμελιώδης σε ένα επίσημο δείπνο.

  5. Es importante mantener el decoro en las reuniones de trabajo.

  6. Είναι σημαντικό να διατηρείται η ευπρέπεια στις επαγγελματικές συναντήσεις.

Ετυμολογία

Η λέξη "decoro" προέρχεται από το λατινικό "decorum", το οποίο σημαίνει "καλαισθησία", "ευπρέπεια" ή "αρχιτεκτονική".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - decoro (ευπρέπεια) - elegancia (κομψότητα) - dignidad (αξιοπρέπεια)

Αντώνυμα: - indecoroso (ακατάλληλος) - vulgar (χαμηλό επίπεδο) - grosero (αγενής)



23-07-2024