decreto - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

decreto (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "decreto" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "decreto" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου (IPA) είναι: /deˈkɾe.to/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "decreto" αναφέρεται σε μια επίσημη πράξη ή απόφαση που εκδίδεται από μια αρχή, όπως η κυβέρνηση ή η δικαστική εξουσία. Συνήθως χρησιμοποιείται σε νομικά και διοικητικά συμφραζόμενα. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, ιδίως σε νομικά κείμενα και δημόσιες ανακοινώσεις.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El gobierno emitió un decreto para enfrentar la crisis económica.
  2. Η κυβέρνηση εξέδωσε ένα διάταγμα για να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση.

  3. El decreto fue aprobado por el parlamento la semana pasada.

  4. Το διάταγμα εγκρίθηκε από το κοινοβούλιο την περασμένη εβδομάδα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "decreto" δεν έχει πολλές καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποιες που περιλαμβάνουν διατάγματα ή αποφάσεις.

Παραδείγματα ιδιωματικών εκφράσεων

  1. El decreto ley que se promulgó el año pasado ha generado muchas controversias.
  2. Το νόμο διάταγμα που εγκρίθηκε πέρυσι έχει δημιουργήσει πολλές αντιπαραθέσεις.

  3. A veces, la rapidez de un decreto puede causar confusión en la población.

  4. Μερικές φορές, η ταχύτητα ενός διατάγματος μπορεί να προκαλέσει σύγχυση στον πληθυσμό.

Ετυμολογία

Η λέξη "decreto" προέρχεται από το λατινικό "decretum", το οποίο σημαίνει "απόφαση" ή "διάταγμα". Συνδέεται με το ρήμα "decernere", που σημαίνει "να αποφασίσω" ή "να κρίνω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα

Αντώνυμα

Αυτή είναι μια αναλυτική παρουσίαση της λέξης "decreto" στην Ισπανική γλώσσα.



23-07-2024