deficiente - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

deficiente (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "deficiente" είναι επίθετο στα Ισπανικά.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική της μεταγραφή σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /defiˈθjente/ (σε σπανιές περιοχές) ή /defiˈsiente/ (σε Λατινική Αμερική).

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "deficiente" αναφέρεται σε κάτι που είναι ανεπαρκές, ελλιπές ή λιγότερο από το αναμενόμενο. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει άτομα ή καταστάσεις που δεν πληρούν την επιθυμητή προδιαγραφή ή πρότυπα.

Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, καθώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ποικιλία περιπτώσεων, όπως στην εκπαίδευση, την ιατρική, και το δίκαιο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. El informe es deficiente en datos relevantes.
    Η αναφορά είναι ανεπαρκής σε σημαντικά δεδομένα.

  2. Su rendimiento en la prueba fue deficiente.
    Η απόδοσή του στη δοκιμασία ήταν ελλειμματική.

  3. Las instalaciones son deficiente para el número de estudiantes.
    Οι εγκαταστάσεις είναι ανεπαρκείς για τον αριθμό των μαθητών.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "deficiente" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. No tienes una atención deficiente a los detalles.
    Δεν έχεις ανεπαρκή προσοχή στις λεπτομέρειες.

  2. Debemos abordar la deficiencia en el servicio.
    Πρέπει να αντιμετωπίσουμε την ανεπάρκεια στην υπηρεσία.

  3. Hay un deficiente manejo del tiempo en este proyecto.
    Υπάρχει κακή διαχείριση του χρόνου σε αυτό το έργο.

  4. La deficiencia en la comunicación puede causar malentendidos.
    Η ανεπαρκής επικοινωνία μπορεί να προκαλέσει παρεξηγήσεις.

  5. El sistema presenta deficiencias que debemos corregir.
    Το σύστημα παρουσιάζει ατέλειες που πρέπει να διορθώσουμε.

Ετυμολογία

Η λέξη "deficiente" προέρχεται από το λατινικό "deficiens", που σημαίνει "απουσία" ή "έλλειψη", το οποίο προήλθε από το ρήμα "deficere", που σημαίνει "λείπω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024