definitivamente - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

definitivamente (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "definitivamente" είναι επιρρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/phdefinitivamentɛ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "definitivamente" χρησιμοποιείται για να εκφράσει μια απόφαση ή μια κατάσταση που θεωρείται αμετάκλητη ή σίγουρη. Αναφέρεται σε κάτι που είναι οριστικό και δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας. Στη γλώσσα των Ισπανών, χρησιμοποιείται σε διάφορους τόνους είτε προφορικά είτε γραπτά, με σχετικά υψηλή συχνότητα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Definitivamente, necesito un cambio en mi vida.
  2. Σίγουρα, χρειάζομαι μια αλλαγή στη ζωή μου.

  3. Ella ha decidido, y definitivamente no va a volver.

  4. Αυτή αποφάσισε, και οπωσδήποτε δεν θα γυρίσει πίσω.

  5. Definitivamente, este es el mejor restaurante de la ciudad.

  6. Αποφασιστικά, αυτό είναι το καλύτερο εστιατόριο της πόλης.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "definitivamente" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις και εκφράσεις στην καθημερινή γλώσσα. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα:

  1. Definitivamente, estoy de acuerdo contigo.
  2. Σίγουρα, συμφωνώ μαζί σου.

  3. Eso fue definitivamente un error.

  4. Αυτό ήταν σίγουρα ένα λάθος.

  5. Definitivamente vale la pena intentarlo.

  6. Αποφασιστικά αξίζει να το δοκιμάσεις.

  7. No me gustan las sorpresas, definitivamente prefiero saberlo.

  8. Δεν μου αρέσουν οι εκπλήξεις, σίγουρα προτιμώ να το ξέρω.

  9. Definitivamente hay que hablar como adultos.

  10. Οπωσδήποτε πρέπει να μιλήσουμε σαν ενήλικες.

Ετυμολογία

Η λέξη "definitivamente" προέρχεται από το επίθετο "definitivo" (οριστικός) και σχηματίζεται με την προσθήκη της κατάληξης "-mente", που χρησιμοποιείται για τη δημιουργία επιρρημάτων.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - con certeza (με βεβαιότητα) - indudablemente (χωρίς αμφιβολία)

Αντώνυμα: - posiblemente (πιθανώς) - incertidumbre (αβεβαιότητα)



22-07-2024