degenerar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

degenerar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "degenerar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική του μεταγραφή στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /de.xe.neˈɾaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "degenerar" στη γλώσσα Ισπανικά σημαίνει να προκαλέσει ή να επιτρέψει τη διαδικασία εκφύλισης ή αποδυνάμωσης. Χρησιμοποιείται συχνά σε ιατρικά πλαίσια για να αναφέρεται σε παθήσεις που προκαλούν εκφυλισμό των ιστών ή οργανισμών. Η χρήση της λέξης είναι πιθανή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με συχνότητα που ποικίλει ανάλογα με το συμφραζόμενο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Los músculos pueden degenerar si no se ejercitan regularmente.
  2. Οι μύες μπορούν να εκφυλιστούν αν δεν ασκούνται τακτικά.

  3. La enfermedad hizo que las células comenzaran a degenerar.

  4. Η ασθένεια προκάλεσε την αρχή εκφύλισης των κυττάρων.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "degenerar" δεν είναι ιδιαίτερα κοινή σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορα συμφραζόμενα. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα:

  1. El debate puede degenerar en una pelea si no hay control.
  2. Η συζήτηση μπορεί να εκτραπεί σε καβγά αν δεν υπάρχει έλεγχος.

  3. Las relaciones pueden degenerar si no se cultivan adecuadamente.

  4. Οι σχέσεις μπορεί να εκφυλιστούν αν δεν καλλιεργούνται σωστά.

  5. La situación puede degenerar rápidamente sin intervención.

  6. Η κατάσταση μπορεί να εκφυλιστεί γρήγορα χωρίς παρέμβαση.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "degenerar" προέρχεται από το λατινικό "degenerare", που σημαίνει "να απομακρυνθεί από την καταγωγή ή την αρχική κατάσταση".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - descomponer (θενώσει) - deteriorar (καταστρέφω) - declinar (παρακμάζω)

Αντώνυμα: - regenerar (αναγεννώ) - mejorar (βελτιώνω) - fortalecer (ισχυρίζω)



23-07-2024