Η λέξη "dehesa" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "dehesa" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι /deˈesa/.
Η λέξη "dehesa" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως "στρατηγική βοσκή" ή "χορτοτάπητας".
Η "dehesa" αναφέρεται σε ένα τύπο βόσκοτοπου που χαρακτηρίζεται από αραιά δέντρα και θάμνους, όπου συνήθως εκτρέφονται ζώα όπως η χοίροι και τα πρόβατα. Είναι συνηθισμένη στην Ισπανία, κυρίως στη φυτική περιοχή των ιβαράν (Iberian Peninsula).
Είναι μια σημαντική έννοια μέσα στη γεωργία και την κτηνοτροφία, με συχνότητα χρήσης σε γραπτό και προφορικό λόγο, ειδικά σε αυτούς τους τομείς.
La dehesa se utiliza para el pastoreo de cerdos ibéricos.
(Η στρατηγική βοσκή χρησιμοποιείται για την εκτροφή των Ιβηρικών χοίρων.)
En la dehesa, los animales pueden moverse libremente.
(Στην στρατηγική βοσκή, τα ζώα μπορούν να μετακινούνται ελεύθερα.)
La dehesa es un ecosistema muy rico en biodiversidad.
(Η στρατηγική βοσκή είναι ένα οικοσύστημα πολύ πλούσιο σε βιοποικιλότητα.)
Η λέξη "dehesa" χρησιμοποιείται λιγότερο συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά συνδέεται με την κτηνοτροφία και την πολιτιστική κληρονομιά της Ισπανίας.
En la dehesa, la vida es más saludable para los animales.
(Στη στρατηγική βοσκή, η ζωή είναι πιο υγιής για τα ζώα.)
La tradición de la dehesa ha pasado de generación en generación.
(Η παράδοση της στρατηγικής βοσκής έχει περάσει από γενιά σε γενιά.)
Los productos de la dehesa son muy apreciados en el mercado.
(Τα προϊόντα της στρατηγικής βοσκής εκτιμώνται πολύ στην αγορά.)
Η λέξη "dehesa" προέρχεται από το λατινικό "desca", που σημαίνει "αδειανή γη". Ενδέχεται να έχει λάβει επιρροές από άλλες γλώσσες που σχετίζονται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία.
Αυτή η πληροφορία πρέπει να παρέχει μια ολοκληρωμένη εικόνα της λέξης "dehesa" στη γλώσσα Ισπανικά.