Η φράση "dejarse ver" αποτελεί μια εκφραστική σύνθεση που λειτουργεί ως ρήμα.
/ðeˈxaɾ.se βeɾ/
Η φράση "dejarse ver" χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις όπου κάποιος επιθυμεί να γίνει αντιληπτός ή να δώσει την εντύπωση ότι είναι παρών σε μια συγκεκριμένη κατάσταση ή γεγονός. Είναι συχνά χρησιμοποιούμενη στον προφορικό λόγο και σε κοινωνικά πλαίσια αυτού του είδους.
Σήμερα αποφάσισε να φανεί στην γιορτή.
"No le gusta dejarse ver sin maquillaje."
Η φράση "dejarse ver" είναι παρούσα σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις και συζητήσεις. Ορισμένα παραδείγματα περιλαμβάνουν:
Αυτή πάντα φαίνεται σε σημαντικές εκδηλώσεις.
"Es bueno dejarse ver de vez en cuando."
Είναι καλό να φανίζεσαι που και που.
"No se deja ver por el barrio desde hace tiempo."
Δεν έχει φανεί στη γειτονιά εδώ και πολύ καιρό.
"Le gusta dejarse ver con amigos."
Η φράση προέρχεται από τους ρίζες των ισπανικών ρημάτων "dejar" (αφήνω) και "ver" (βλέπω). Η σύνθεση δημιουργεί μια παθητική έννοια που αναφέρεται στην ορατότητα του υποκείμενου.