delimitar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

delimitar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "delimitar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου: [delimiˈtaɾ]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικά

Σημασία της λέξης

Η λέξη "delimitar" σημαίνει να καθορίσεις ή να οριοθετήσεις τα όρια ενός κάτι. Συνήθως χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη διαδικασία καθορισμού φυσικών ή αφηρημένων συνόρων. Χρησιμοποιείται και στους προφορικούς και στους γραπτούς λόγους, με μια ελαφριά προτίμηση στη γραπτή μορφή, ειδικά σε επίσημα ή νομικά κείμενα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Es importante delimitar las áreas de trabajo antes de empezar el proyecto.
  2. Είναι σημαντικό να οριοθετήσουμε τις περιοχές εργασίας πριν ξεκινήσουμε το έργο.

  3. La ley delimita los derechos y obligaciones de los ciudadanos.

  4. Ο νόμος καθορίζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των πολιτών.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "delimitar" δεν είναι ιδιαίτερα συνηθισμένη σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά χρησιμοποιείται σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα:

  1. Delimitar los riesgos es fundamental para la seguridad del proyecto.
  2. Το να οριοθετήσεις τους κινδύνους είναι θεμελιώδες για την ασφάλεια του έργου.

  3. Debemos delimitar las responsabilidades de cada miembro del equipo.

  4. Πρέπει να οριοθετήσουμε τις ευθύνες κάθε μέλους της ομάδας.

  5. Delimitar las fronteras de un país es un trabajo delicado.

  6. Η οριοθέτηση των συνόρων μιας χώρας είναι μια ευαίσθητη εργασία.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "delimitar" προέρχεται από τη λατινική λέξη "limitare", η οποία προέρχεται από το "limes" που σημαίνει "όριο" ή "σύνορο".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - determinar - establecer - marcar

Αντώνυμα: - confundir - diluir - ampliar

Αυτές οι πληροφορίες καλύπτουν τον συνδυασμό λέξεων "delimitar" με την απαιτούμενη λεπτομέρεια.



23-07-2024