Η λέξη "demonio" χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα πνεύμα ή προσωπικότητα που συνδέεται με το κακό ή την καταστροφή. Στην ισπανική γλώσσα, η λέξη μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ποικίλα συμφραζόμενα, όπως σε θρησκευτικά, μυθολογικά ή μεταφορικά πλαίσια. Η συχνότητα χρήσης αυτής της λέξης είναι αρκετά υψηλή, και χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
Παράδειγμα προτάσεων:
- "El demonio siempre busca la forma de engañarnos."
(Ο δαίμονας πάντα ψάχνει για τρόπους να μας εξαπατήσει.)
Η λέξη "demonio" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στον ισπανικό λόγο.
"Tener un demonio dentro"
(Έχω ένα δαίμονα μέσα μου) – Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάποιος έχει εσωτερικές συγκρούσεις ή κακές σκέψεις.
"Luchar contra demonios"
(Πολεμώ ενάντια στους δαίμονες) – Σημαίνει να καταφέρεις να ξεπεράσεις τις προσωπικές σου φοβίες ή προβλήματα.
"Sacar de demonios"
(Βγάζω τους δαίμονες έξω) – Χρησιμοποιείται όταν κάποιος προσπαθεί να εκφράσει ή να ελευθερώσει τις κρυμμένες του ανησυχίες ή φόβους.
Η λέξη "demonio" προέρχεται από το λατινικό "daemonium", το οποίο πηγάζει από το ελληνικό "δαίμων" (dáimon), το οποίο σήμαινε "πνεύμα" ή "θεϊκή οντότητα". Στη συνέχεια, η έννοια αυτή εξελίχθηκε για να αποκτήσει την έννοια του κακού πνεύματος.
Συνώνυμα: - Espíritu maligno (κακό πνεύμα) - Demonio (δάκτυλος)
Αντώνυμα: - Ángel (άγγελος) - Ser divino (θεϊκή οντότητα)