Η λέξη "derecha" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
/dəˈɾe.tʃa/
Η λέξη "derecha" σημαίνει κυρίως "δεξιά" στα Ισπανικά. Χρησιμοποιείται για να δηλώσει την κατεύθυνση ή την πλευρά που είναι αντίθετη από την αριστερή. Επίσης, μπορεί να υποδηλώνει μια σωστή επιλογή ή κατάσταση, ανάλογα με το πλαίσιο.
Η "derecha" χρησιμοποιείται τακτικά τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με μια ελαφρά προτίμηση στην προφορική χρήση όταν περιγράφουν κατευθύνσεις.
Gira a la derecha en la esquina.
(Γύρισε δεξιά στη γωνία.)
Prefiero la derecha del camino.
(Προτιμώ τη δεξιά πλευρά του δρόμου.)
La respuesta correcta está a la derecha.
(Η σωστή απάντηση είναι δεξιά.)
Η λέξη "derecha" εμφανίζεται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ορισμένες από αυτές είναι:
Hacer las cosas por la derecha.
(Να κάνεις τα πράγματα με τον σωστό τρόπο.)
Αυτή η φράση σημαίνει ότι πρέπει να ενεργείς νόμιμα ή ηθικά.
Vivir a la derecha.
(Να ζεις με τον σωστό τρόπο.)
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που ακολουθεί μια ηθική ή σωστή ζωή.
A la derecha de la ley.
(Δίπλα στο νόμο.)
Χρησιμοποιείται για να βεβαιώσει ότι κάποιος τηρεί τους κανόνες και τους νόμους.
Con mano derecha.
(Με το δεξί χέρι.)
Σημαίνει να κάνεις κάτι με ικανότητα ή δεξιοτεχνία.
Estar en la derecha.
(Να βρίσκεσαι στη δεξιά πλευρά.)
Αυτό μπορεί να αναφέρεται σε πολιτικές ή ιδεολογικές θέσεις.
Η λέξη "derecha" προέρχεται από την Λατινική λέξη "directa", που σημαίνει "ευθεία" ή "σωστή". Στην Ισπανική γλώσσα, η σημασία για κατεύθυνση ανάγεται από τη αντίληψη της δεξιάς πλευράς ως κάτι θετικό και επιθυμητό.
Συνώνυμα: - Diestro (δεν συνηθίζεται αλλά μπορεί να χρησιμοποιείται για να σημαίνει "επιτήδειος", "ικανός"). - Recto (ευθύς).
Αντώνυμα: - Izquierda (αριστερή). - Errónea (λανθασμένη).