Η λέξη "desfase" είναι ουσιαστικό.
/dɛsˈfase/
Η λέξη "desfase" αναφέρεται σε μια κατάσταση ή κατάσταση όπου υπάρχει διαφορά ή απόκλιση μεταξύ δύο ή περισσότερων στοιχείων. Χρησιμοποιείται συχνά σε τεχνικά και οικονομικά συμφραζόμενα, αναφερόμενη σε αναντιστοιχίες ή καθυστερήσεις σε διαδικασίες ή δεδομένα. Στα ισπανικά, χρησιμοποιείται συχνά και στους γραπτούς και προφορικούς λόγους, αν και η χρήση της μπορεί να είναι πιο συχνή σε τεχνικά και επιστημονικά κείμενα.
Hay un desfase entre la producción y la demanda.
Υπάρχει μια απόκλιση μεταξύ της παραγωγής και της ζήτησης.
El desfase en los horarios causó confusiones entre los empleados.
Η καθυστέρηση στα προγράμματα προκάλεσε συγχύσεις μεταξύ των υπαλλήλων.
Η λέξη "desfase" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις για να περιγράψει καταστάσεις αναντιστοιχίας.
Estar en desfase con el mercado.
Να είσαι σε απόκλιση με την αγορά.
(Αυτό σημαίνει ότι οι στρατηγικές ή προϊόντα δεν ευθυγραμμίζονται με τις ανάγκες της αγοράς.)
El desfase temporal puede afectar los resultados.
Η χρονική απόκλιση μπορεί να επηρεάσει τα αποτελέσματα.
(Η φράση αναφέρεται στο ότι καθυστερήσεις σε διαδικασίες μπορεί να οδηγήσουν σε αρνητικά αποτελέσματα.)
Un desfase en la comunicación puede generar problemas.
Μια απόκλιση στην επικοινωνία μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα.
(Αυτή η έκφραση χρησιμοποιείται για να επισημάνει την ανάγκη για καλή επικοινωνία μεταξύ των μερών.)
Η λέξη "desfase" προέρχεται από τη σύνθεση του προθέματος "des-" που σημαίνει "χωρίς" ή "από" και τη λέξη "fase", που αναφέρεται σε "φάση" ή "στάδιο". Έτσι καθορίζει την έννοια της απουσίας ή απόκλισης από μια αναμενόμενη φάση.
Αυτός είναι ο πλήρης οδηγός για τη λέξη "desfase" στην ισπανική γλώσσα.