desmayarse - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
DICLIB.COM
AI-based language tools

desmayarse (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "desmayarse" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /dez.ma.jaɾ.se/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Το "desmayarse" σημαίνει "λιποθυμώ" ή "χάνω τις αισθήσεις μου". Χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει την κατάσταση κατά την οποία ένα άτομο χάνει την συνείδησή του, συνήθως λόγω αδυναμίας, στρες ή άλλων παραγόντων. Είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται και στον προφορικό και στον γραπτό λόγο, αλλά μπορεί να είναι πιο συχνή στον προφορικό λόγο σε καθημερινές συζητήσεις.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. Ella se desmayó en la fiesta.
  2. Αυτή λιποθύμησε στη γιορτή.

  3. Si no comes bien, te puedes desmayar.

  4. Αν δεν τρως καλά, μπορείς να λιποθυμήσεις.

  5. El calor hizo que muchos se desmayaran en el evento.

  6. Η ζέστη έκανε πολλούς να λιποθυμήσουν στο γεγονός.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "desmayarse" χρησιμοποιείται σε μερικές ιδιωματικές εκφράσεις στη γλώσσα Ισπανικά:

  1. Desmayarse de amor.
  2. Μετάφραση: Λιποθυμώ από έρωτα.
  3. Πρόταση: Cuando lo vi, me desmayé de amor. (Όταν τον είδα, λιποθύμησα από έρωτα.)

  4. Desmayarse de risa.

  5. Μετάφραση: Λιποθυμώ από τα γέλια.
  6. Πρόταση: El chiste fue tan gracioso que me desmayé de risa. (Το ανέκδοτο ήταν τόσο αστείο που λιποθύμησα από τα γέλια.)

  7. Desmayarse por el calor.

  8. Μετάφραση: Λιποθυμώ από τη ζέστη.
  9. Πρόταση: Muchos jóvenes se desmayaron por el calor en el concierto. (Πολλοί νέοι λιποθύμησαν από τη ζέστη στη συναυλία.)

Ετυμολογία

Η λέξη "desmayarse" προέρχεται από το λατινικό "ex-madiare", όπου "ex-" σημαίνει "έξω" και "madiare" σημαίνει "αδυναμία", με την έννοια της απώλειας της αίσθησης ή της συνείδησης.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα

Αντώνυμα

Αυτές οι πληροφορίες δίνουν μια ολοκληρωμένη εικόνα του ρήματος "desmayarse" στη γλώσσα Ισπανικά.



23-07-2024