desmedido - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
DICLIB.COM
AI-based language tools

desmedido (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "desmedido" είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: [des.me.ði.ðo]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "desmedido" αναφέρεται σε κάτι που είναι υπερβολικό και χωρίς μέτρο, είτε σε ποσότητα είτε σε ένταση. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει καταστάσεις ή συμπεριφορές που είναι εκτός ελέγχου ή απερίσκεπτες. Στη γλώσσα των Ισπανικών, η χρήση του είναι συχνή και μπορεί να βρεθεί σε γραπτά κείμενα καθώς και σε προφορικές συνομιλίες.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El gasto fue desmedido y afectó a nuestro presupuesto.
    (Η δαπάνη ήταν υπερβολική και επηρέασε τον προϋπολογισμό μας.)

  2. Su desmedido entusiasmo lo llevó a tomar decisiones apresuradas.
    (Η αλόγιστη ενθουσιώδης στάση του τον οδήγησε να πάρει βιαστικές αποφάσεις.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "desmedido" συχνά χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις και συστήματα περιγραφής:

  1. Su éxito fue desmedido después de la película.
    (Η επιτυχία του ήταν υπερβολική μετά την ταινία.)

  2. Debemos evitar un enfoque desmedido en los gastos innecesarios.
    (Πρέπει να αποφύγουμε μια υπερβολική προσέγγιση στις περιττές δαπάνες.)

  3. El desmedido amor por el poder puede llevar a la corrupción.
    (Η αλόγιστη αγάπη για την εξουσία μπορεί να οδηγήσει στη διαφθορά.)

Ετυμολογία

Η λέξη "desmedido" προέρχεται από το πρόθεμα "des-" (που υποδηλώνει απουσία ή αντίθεση) και τη λέξη "medido", που είναι το παρελθόν μετοχή του ρήματος "medir" (να μετράω). Έτσι, η έννοια της λέξης συνδέεται με την αποτυχία να υπολογιστεί ή να μετρηθεί κάτι σωστά.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024