destinado - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

destinado (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

"Destinado" είναι ένας αντωνυμικός παθητικός συμμετοχής του ρήματος "destinar" στη μορφή του αρσενικού ενικού αριθμού. Μπορεί να λειτουργήσει και ως επίθετο.

Φωνητική Μεταγραφή

/des.tiˈna.ðo/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "destinado" προέρχεται από το ρήμα "destinar," που σημαίνει να προορίζεται ή να κατευθύνεται προς κάτι συγκεκριμένο. Χρησιμοποιείται στη γλώσσα των Ισπανικών για να δηλώσει ότι κάτι ή κάποιος έχει καθοριστεί ή προορίζεται για μια συγκεκριμένη χρήση ή σκοπό.

Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι αρκετά υψηλή, και ενδέχεται να χρησιμοποιείται συχνότερα σε γραπτά κείμενα, αλλά μπορεί επίσης να ακούγεται στον προφορικό λόγο.

Παραδειγματικές Προτάσεις

  1. El proyecto fue destinado a mejorar la infraestructura local.
    (Το έργο προοριζόταν να βελτιώσει την τοπική υποδομή.)

  2. Ella está destinado a ser una gran artista.
    (Αυτή προορίζεται να γίνει μια σπουδαία καλλιτέχνης.)

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "destinado" χρησιμοποιείται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, αν και δεν έχει τόσο πολλές άμεσες φράσεις. Ωστόσο, η έννοια της προορισμένης ή ανυπολόγιστης μοίρας είναι κοινή.

  1. Destinado a fracasar.
    (Προορισμένος να αποτύχει.)

  2. Lo que está destinado a ser, será.
    (Αυτό που είναι προορισμένο να είναι, θα είναι.)

  3. Todo estaba destinado a ser perfecto.
    (Όλα ήταν προορισμένα να είναι τέλεια.)

  4. Él se siente destinado a cambiar el mundo.
    (Αυτός αισθάνεται προορισμένος να αλλάξει τον κόσμο.)

  5. Un amor destinado a durar para siempre.
    (Μια αγάπη προορισμένη να διαρκέσει για πάντα.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "destinado" προέρχεται από το ρήμα "destinar," το οποίο προέρχεται από τη λατινική λέξη "destinare," που σημαίνει να καθορίζει ή να προορίζει.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Designado (διορισμένος) - Asignado (ανατεθειμένος) - Predestinado (προορισμένος, εκ των προτέρων)

Αντώνυμα: - No destinado (μη προορισμένος) - Descartado (απορριπτέος) - Rechazado (απορριφθείς)



23-07-2024