destreza - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

destreza (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Destreza είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή στην IPA: /desˈtɾeθa/ (στην ισπανική προφορά της Ισπανίας) ή /desˈtɾɛsa/ (στην ισπανική προφορά της Λατινικής Αμερικής).

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη destreza αναφέρεται σε μια ειδική ικανότητα ή δεξιότητα σε συγκεκριμένη δραστηριότητα, φυσική ή πνευματική. Χρησιμοποιείται συχνά στην καθημερινή γλώσσα και σε ιατρικά περιβάλλοντα για να περιγράψει την ικανότητα ενός ατόμου να εκτελεί πολύπλοκες ή απαιτητικές διαδικασίες.

Η χρήση της είναι αρκετά συχνή και μπορεί να βρεθεί τόσο στον προφορικό λόγο όσο και στο γραπτό κείμενο.

Παραδείγματα Προτάσεων

  1. La destreza del cirujano es impresionante.
  2. Η δεξιότητα του χειρουργού είναι εντυπωσιακή.

  3. Para mejorar tu destreza en el piano, necesitas practicar todos los días.

  4. Για να βελτιώσεις την ικανότητά σου στο πιάνο, πρέπει να ασκείσαι κάθε μέρα.

Ιδιωματικές εκφράσεις με τη λέξη "destreza"

Ετυμολογία

Η λέξη destreza προέρχεται από το λατινικό “dexteritas”, που σημαίνει "ικανότητα" ή "δεξιότητα", και σχετίζεται με τη λέξη "dexter", που σημαίνει "δεξιός" ή "ικανός".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Habilidad - Aptitud - Maestría

Αντώνυμα: - Torpeza - Inhabilidad - Ineptitud

Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη κατανόηση της λέξης destreza με βάση τη σημασία της, τη χρήση της, καθώς και την πολιτιστική της διάσταση.



22-07-2024