Το "detector" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή του "detector" στην ισπανική γλώσσα είναι [deˈtektor].
Η λέξη "detector" χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια συσκευή ή εργαλείο που ανιχνεύει ή αποκαλύπτει την παρουσία ή την ποσότητα κάποιου θηρίου ή πεδίου. Χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορους τομείς όπως η ασφάλεια, η επιστήμη και η στρατιωτική τεχνολογία. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή και χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο.
El detector de metales está ubicado en la entrada del museo.
(Ο ανιχνευτής μετάλλων είναι τοποθετημένος στην είσοδο του μουσείου.)
El detector de humo sonó cuando se activó el incendio.
(Ο ανιχνευτής καπνού ηχούσε όταν ενεργοποιήθηκε η φωτιά.)
Necesitamos un detector de radiación para este experimento.
(Χρειαζόμαστε έναν ανιχνευτή ακτινοβολίας για αυτό το πείραμα.)
Στην ισπανική γλώσσα, η λέξη "detector" χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την ασφάλεια και την ανιχνευτική τεχνολογία.
El detector de mentiras es una herramienta muy controvertida.
(Ο ανιχνευτής ψεμάτων είναι ένα πολύ αμφιλεγόμενο εργαλείο.)
Utilizamos un detector de fraude para asegurar la transacción.
(Χρησιμοποιήσαμε έναν ανιχνευτή απάτης για να διασφαλίσουμε τη συναλλαγή.)
El detector de incendios es esencial en cualquier edificio público.
(Ο ανιχνευτής πυρκαγιών είναι απαραίτητος σε οποιοδήποτε δημόσιο κτίριο.)
El nuevo detector de gases es más preciso que el anterior.
(Ο νέος ανιχνευτής αερίων είναι πιο ακριβής από τον προηγούμενο.)
Η λέξη "detector" προέρχεται από το λατινικό "detector", το οποίο σημαίνει "αυτός που αποκαλύπτει" ή "αυτός που ανακαλύπτει".
Συνώνυμα: - sensor (αισθητήρας)
Αντώνυμα: - ocultador (αποκρυπτήρας)
Αυτή η αναγνώριση της λέξης "detector" παρέχει μια λεπτομερή εικόνα για τη χρήση και τη σημασία της στη γλώσσα Ισπανικά.