detrimento - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

detrimento (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "detrimento" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /de.tɾiˈmen.to/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση στη Γλώσσα Ισπανικά

Η λέξη "detrimento" αναφέρεται σε οποιαδήποτε μορφή ζημίας ή βλάβης που προκαλείται σε κάτι, συνήθως σε σχέση με συμφέροντα ή δικαιώματα. Χρησιμοποιείται συχνά σε νομικά και οικονομικά συμφραζόμενα. Η συχνότητα χρήσης του είναι σχετικά υψηλή, αλλά συναντάται κυρίως σε γραπτό κείμενο παρά στην προφορική ομιλία.

Παραδείγματα Χρήσης

  1. La decisión del tribunal fue en detrimento de los derechos del acusado.
    Η απόφαση του δικαστηρίου ήταν εις βάρος των δικαιωμάτων του κατηγορούμενου.

  2. El nuevo proyecto se implementó en detrimento del medio ambiente.
    Το νέο έργο εφαρμόστηκε σε βάρος του περιβάλλοντος.

Ιδιωματικές Εκφράσεις με τη Λέξη "detrimento"

Η λέξη "detrimento" εμφανίζεται σε μερικές ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την βλάβη ή ζημία σε κάποιον ή κάτι.

  1. Actuar en detrimento de la justicia es inaceptable.
    Η δράση εις βάρος της δικαιοσύνης είναι απαράδεκτη.

  2. No puedes permitir que el trabajo en detrimento de tu salud.
    Δεν μπορείς να επιτρέψεις να το έργο προκαλεί ζημία στην υγειά σου.

  3. El proyecto avanzó a detrimento de otras áreas importantes.
    Το έργο προχώρησε εις βάρος άλλων σημαντικών τομέων.

  4. Las decisiones económicas pueden tener un efecto en detrimento de la sociedad.
    Οι οικονομικές αποφάσεις μπορεί να έχουν μια επίδραση εις βάρος της κοινωνίας.

Ετυμολογία της Λέξης

Η λέξη "detrimento" προέρχεται από το λατινικό "detrimentum", που σημαίνει "ζημία", το οποίο προέρχεται από το ρήμα "detriere", που σημαίνει "να βλάπτει ή να απομακρύνει".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - perjuicio - daño - menoscabo

Αντώνυμα: - beneficio - ganancia - ventaja



23-07-2024