diferir - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

diferir (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

diferir: ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

diferir: [di.feˈɾiɾ]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη diferir χρησιμοποιείται στα Ισπανικά για να εκφράσει την έννοια της διαφοράς ή της διάκρισης μεταξύ δύο ή περισσότερων πραγμάτων, απόψεων ή καταστάσεων. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί νομικά για να δηλώσει τη διαφορά που ενδέχεται να υπάρχει μεταξύ αποφάσεων ή γνωμοδοτήσεων. Η χρήση του είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με μια ελαφρά προτίμηση στον γραπτό.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Las dos opiniones diferir en muchos aspectos.
  2. Οι δύο απόψεις διαφέρουν σε πολλές πτυχές.

  3. El informe legal puede diferir del anterior.

  4. Η νομική αναφορά μπορεί να διαφέρει από την προηγούμενη.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη diferir δεν είναι ιδιαίτερα συχνή σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλές φράσεις που περιγράφουν διαφορές:

  1. Pueden diferir los resultados según el método utilizado.
  2. Τα αποτελέσματα μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με τη μέθοδο που χρησιμοποιείται.

  3. Es importante entender por qué pueden diferir las opiniones.

  4. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε γιατί οι απόψεις μπορεί να διαφέρουν.

  5. A veces, los criterios de evaluación pueden diferir de una institución a otra.

  6. Μερικές φορές, τα κριτήρια αξιολόγησης μπορεί να διαφέρουν από το ένα ίδρυμα στο άλλο.

Ετυμολογία

Η λέξη diferir προέρχεται από το λατινικό differre, που σημαίνει "διαφέρω" ή "απομακρύνομαι", το οποίο αποτελείται από το πρόθεμα dis- που σημαίνει "μακριά" και το ferre που σημαίνει "φέρνω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - variar - distinguir - diferenciar

Αντώνυμα: - coincidir - ser igual - asemejar



23-07-2024