diluir - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

diluir (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "diluir" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/diluˈiɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "diluir" σημαίνει να διαλύω ή να αραιώνω μία ουσία. Συνήθως χρησιμοποιείται σε χημικές και μαγειρικές περιπτώσεις, αλλά μπορεί να έχει και μεταφορική σημασία στην καθημερινή γλώσσα. Εμφανίζεται συχνά σε γραπτό λόγο, αλλά χρησιμοποιείται επίσης στην ομιλία, αν και όχι τόσο συχνά.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El químico decidió diluir la sustancia en agua.
  2. Ο χημικός αποφάσισε να διαλύσει την ουσία σε νερό.

  3. Es necesario diluir el tinte antes de aplicarlo al cabello.

  4. Είναι απαραίτητο να αραιώσεις τη βαφή πριν την εφαρμόσεις στα μαλλιά.

  5. Para el experimento, debemos diluir los reactivos en un solvente.

  6. Για το πείραμα, πρέπει να διαλύσουμε τους αντιδραστήρες σε ένα διαλύτη.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "diluir" δεν έχει πολλές συχνές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποιες μεταφορικές φράσεις:

  1. Diluir responsabilidades.
  2. Να αραιώσω ευθύνες.
  3. Είναι εύκολο να αραιώσεις τις ευθύνες όταν συνεργάζεσαι με άλλους.

  4. Diluir la verdad.

  5. Να διαλύσω την αλήθεια.
  6. Μερικές φορές, οι άνθρωποι προσπαθούν να αραιώσουν την αλήθεια για να αποφύγουν τις συνέπειες.

  7. Se diluyó en el tiempo.

  8. Εξαφανίστηκε με τον χρόνο.
  9. Η σημασία της αγαπημένης μας παράδοσης έχει διαλυθεί με την πάροδο των χρόνων.

Ετυμολογία της λέξης

Το "diluir" προέρχεται από τα λατινικά "diluere", που σημαίνει "να διαλύω" ή "να διασκορπίζω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Amasar (αναμειγνύω) - Deshacer (καταστρέφω) - Mezclar (ανακατεύω)

Αντώνυμα: - Concentrar (συγκεντρώνω) - Intensificar (εντείνω) - Fortalecer (ενισχύω)



22-07-2024