directivo - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

directivo (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "directivo" είναι ουσιαστικό και επίθετο στα Ισπανικά.

Φωνητική μεταγραφή

/dikˈɾektivo/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "directivo" αναφέρεται σε άτομα που κατέχουν θέσεις ευθύνης ή ηγεσίας σε οργανισμούς ή εταιρείες. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει τόσο τη θέση (διευθυντής) όσο και την ιδιότητα (διοικητικός). Στα Ισπανικά, η χρήση της είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, ειδικά σε περιβάλλοντα που αφορούν επιχειρήσεις, διοίκηση και οργανωτικές δομές.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El director ejecutivo es un directivo clave en la empresa.
  2. Ο εκτελεστικός διευθυντής είναι ένας κεντρικός διευθυντής στην εταιρεία.

  3. Las decisiones de un directivo afectan a toda la organización.

  4. Οι αποφάσεις ενός διευθυντή επηρεάζουν ολόκληρη την οργάνωση.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "directivo" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, κυρίως σε πλαίσια που αφορούν τη διοίκηση και την επιχείρηση.

Παραδείγματα ιδιωματικών εκφράσεων

  1. Un directivo de alto nivel tiene que tomar decisiones difíciles.
  2. Ένας διευθυντής υψηλού επιπέδου πρέπει να παίρνει δύσκολες αποφάσεις.

  3. Ser un directivo implica liderazgo y responsabilidad.

  4. Να είσαι διευθυντής προϋποθέτει ηγεσία και ευθύνη.

  5. Los directivos deben estar preparados para afrontar crisis.

  6. Οι διευθυντές πρέπει να είναι προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουν κρίσεις.

  7. La relación entre directivos y empleados es fundamental para el éxito.

  8. Η σχέση μεταξύ διευθυντών και υπαλλήλων είναι καθοριστική για την επιτυχία.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "directivo" προέρχεται από το ρήμα "dirigir", που σημαίνει "να κατευθύνω" ή "να διευθύνω". Σημαίνει άμεση σύνδεση με τη διαδικασία καθοδήγησης ή διοίκησης.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024