discapacidad profesional - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

discapacidad profesional (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "discapacidad profesional" στα Ισπανικά είναι ένα συνθετικό ουσιαστικό που αποτελείται από τις λέξεις "discapacidad" (αναπηρία) και "profesional" (επαγγελματικός).

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /diskapaθiðað pɾofesjonal/

Μετάφραση

Ελληνική μετάφραση: επαγγελματική αναπηρία

Σημασία & Χρήση

Η έκφραση "discapacidad profesional" χρησιμοποιείται για να αναφερθεί στην αναπηρία που προκύπτει από εργασιακό ατύχημα ή επαγγελματική ασθένεια. Χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, κυρίως στον τομέα της ιατρικής και του εργατικού δικαίου.

Παραδειγματικές Προτάσεις

  1. Se le otorgó una pensión por discapacidad profesional. (Του χορηγήθηκε σύνταξη λόγω επαγγελματικής αναπηρίας.)
  2. La discapacidad profesional puede limitar gravemente la capacidad de trabajar. (Η επαγγελματική αναπηρία μπορεί να περιορίσει σοβαρά την ικανότητα εργασίας.)

Ετυμολογία

Η λέξη "discapacidad" προέρχεται από τα ισπανικά "dis-" (δυσ-) και "capacidad" (ικανότητα), ενώ η λέξη "profesional" προέρχεται από τα ισπανικά "profesión" (επάγγελμα).

Συνώνυμα & Αντώνυμα



3