Η λέξη "disimulado" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "disimulado" με χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι: /disi.muˈla.ðo/
Η λέξη "disimulado" αναφέρεται σε κάτι που δεν εκφράζεται ανοιχτά ή ειλικρινά, συχνά χρησιμοποιούμενη για να περιγράψει συμπεριφορές ή συναισθήματα που κρύβονται ή προσποιούνται. Είναι σχετικά συχνή στη γραπτή και προφορική γλώσσα στα Ισπανικά.
Πρόταση: Su sonrisa era disimulada aunque estaba triste.
Μετάφραση: Το χαμόγελό της ήταν κρυφό αν και ήταν λυπημένη.
Πρόταση: El disimulado interés que tenía por el asunto fue evidente.
Μετάφραση: Το υποκριτικό ενδιαφέρον που είχε για το θέμα ήταν προφανές.
Η λέξη "disimulado" δεν είναι ιδιαίτερα κοινή σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες φράσεις που σχετίζονται με την υποκρισία ή την απόκρυψη συναισθημάτων.
Πρόταση: A veces, su cariño es más disimulado de lo que parece.
Μετάφραση: Μερικές φορές, η στοργή του είναι πιο κρυφή απ' ό,τι φαίνεται.
Πρόταση: No puedes confiar en alguien disimulado.
Μετάφραση: Δεν μπορείς να εμπιστευτείς κάποιον που είναι υποκριτικός.
Πρόταση: Su disimulado comportamiento levantó sospechas.
Μετάφραση: Η υποκριτική του συμπεριφορά σήκωσε υποψίες.
Πρόταση: Ella siempre tiene un modo disimulado de hablar.
Μετάφραση: Αυτή πάντα έχει έναν κρυφό τρόπο να μιλάει.
Η λέξη "disimulado" προέρχεται από το ρήμα "disimular", που σημαίνει "να κρύβεις κάτι" ή "να αποκρύπτεις". Η ρίζα της λέξης είναι λατινική, από το "dissimulare", που περιλαμβάνει τη σύνθεση του "dis-" (μακριά) και "simulare" (να προσποιείσαι).