distender - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

distender (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Distender είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/hisˈtendaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη distender στα Ισπανικά σημαίνει "να κάνω κάτι λιγότερο τεταμένο" ή "να το απελευθερώσω από πίεση". Χρησιμοποιείται συχνά σε ιατρικό πλαίσιο, π.χ. όταν μιλάμε για χαλάρωση μυών ή αρθρώσεων. Η συχνότητα χρήσης της είναι μέτρια, χρησιμοποιείται περισσότερο στον γραπτό λόγο, αλλά και στον προφορικό λόγο, ιδίως στις σχετικές συζητήσεις περί υγείας.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El fisioterapeuta me enseñó a distender los músculos después de hacer ejercicio.
  2. Ο φυσικοθεραπευτής με εκπαίδευσε να χαλαρώνω τους μύες μετά από άσκηση.

  3. Es importante distender la mente antes de dormir para tener un buen descanso.

  4. Είναι σημαντικό να αποσυμπιέζω το μυαλό πριν κοιμηθώ για να έχω καλό ύπνο.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη distender δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις για να σχηματίσει φράσεις που επικεντρώνονται στη χαλάρωση ή την αποφόρτιση.

  1. Distender la tensión
  2. Es esencial distender la tensión acumulada en nuestro cuerpo.
  3. Είναι απαραίτητο να αποσυμπιέσουμε την συσσωρευμένη ένταση στο σώμα μας.

  4. Distender el ambiente

  5. La música suave ayuda a distender el ambiente en la reunión.
  6. Η απαλής μουσική βοηθάει να χαλαρώσει η ατμόσφαιρα στη συνάντηση.

Ετυμολογία

Η λέξη distender προέρχεται από το λατινικό distendere, που σημαίνει "να απλώνω" ή "να επεκτείνω" και είναι σύνθεση του προθήματος dis- που σημαίνει "μακριά" και του ρήματος tendere που σημαίνει "τείνω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Relajar (χαλαρώνω) - Aflojar (αφήνω) - Liberar (απελευθερώνω)

Αντώνυμα: - Tensar (τείνω) - Estrechar (σφίγγω) - Comprimir (συμπιέζω)



23-07-2024