distinguir - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

distinguir (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ρήμα

Φωνητική μεταγραφή

/dis.tinˈɡiɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "distinguir" σημαίνει να διακρίνεις ή να αναγνωρίζεις κάτι με σαφήνεια, να ξεχωρίζεις από άλλα ή να αντιλαμβάνεσαι τις διαφορές μεταξύ ομοίων πράξεων ή πραγμάτων. Χρησιμοποιείται συχνά και στους προφορικούς και στους γραπτούς λόγους, αν και είναι πιο συχνό στον γραπτό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Es importante distinguir entre lo real y lo imaginario.
    Είναι σημαντικό να διακρίνεις μεταξύ του πραγματικού και του φανταστικού.

  2. Ellos saben distinguir los diferentes tipos de flores.
    Αυτοί ξέρουν να ξεχωρίζουν τους διαφορετικούς τύπους λουλουδιών.

  3. A veces es difícil distinguir su tono de voz.
    Μερικές φορές είναι δύσκολο να διακρίνεις τον τόνο της φωνής του.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "distinguir" συχνά χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά.

  1. No puedo distinguir el sonido del piano del violín.
    Δεν μπορώ να διακρίνω τον ήχο του πιάνου από αυτόν του βιολιού.

  2. Difícil de distinguir entre amigo y enemigo.
    Δύσκολο να διακρίνεις ανάμεσα σε φίλο και εχθρό.

  3. Distinguir la verdad de la mentira es esencial.
    Το να διακρίνεις την αλήθεια από το ψέμα είναι ουσιαστικό.

  4. Tengo que distinguir mi tiempo de trabajo y descanso.
    Πρέπει να διακρίνω τον χρόνο εργασίας μου από τον χρόνο ξεκούρασης.

  5. Ella es capaz de distinguir los tonos de gris con facilidad.
    Αυτή είναι ικανή να διακρίνει τους τόνος του γκρι με ευκολία.

Ετυμολογία

Η λέξη "distinguir" προέρχεται από το λατινικό "distinguere", το οποίο αποτελείται από το πρόθεμα "dis-" (ξεχωριστά) και το ρήμα "stinguere" (να σβήνω ή να εξαλείφω).

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - reconocer (αναγνωρίζω) - diferenciar (διαφοροποιώ)

Αντώνυμα: - confundir (μπερδεύω) - mezclar (ανακατεύω)



22-07-2024