distraerse - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

distraerse (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "distraerse" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/di.ˈstɾa.ɾ.se/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "distraerse" σημαίνει να αποσπάται κάποιος την προσοχή ή να διασκεδάζει ή να μην είναι συγκεντρωμένος σε κάτι συγκεκριμένο. Χρησιμοποιείται σε διάφορα εδώλια κοινωνικής ζωής, όπως στην καθημερινότητα και στη συζήτηση, καθώς και στη λογοτεχνία. Το "distraerse" χρησιμοποιείται κυρίως στον προφορικό λόγο, αλλά είναι επίσης συχνό και σε γραπτά κείμενα.

Παραδείγματα

  1. "A veces me distraigo con la música mientras estudio."
  2. "Κάποιες φορές αποσπώ την προσοχή μου με τη μουσική ενώ μελετώ."

  3. "Es importante no distraerse durante la clase."

  4. "Είναι σημαντικό να μην αποσπάτε την προσοχή σας κατά τη διάρκεια του μαθήματος."

  5. "Voy a distraerme un poco viendo una película."

  6. "Θα αποσπαστώ λίγο παρακολουθώντας μια ταινία."

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "distraerse" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:

  1. "Distraerse con cosas triviales."
  2. "Αποσπάται με ασήμαντα πράγματα."

  3. "No te distraigas en lo importante."

  4. "Μη ξεφεύγεις από το σημαντικό."

  5. "Distraerse en la tarea."

  6. "Αποσπάται από την εργασία."

  7. "Es fácil distraerse cuando hay ruido."

  8. "Είναι εύκολο να αποσπαστείς όταν υπάρχει θόρυβος."

  9. "A veces, distracciones son necesarias."

  10. "Κάποιες φορές, οι αποσπάσεις είναι απαραίτητες."

  11. "Distraerse con un libro es mi pasatiempo favorito."

  12. "Να αποσπώ τον εαυτό μου με ένα βιβλίο είναι το αγαπημένο μου χόμπι."

  13. "Siempre me distraigo pensando en el futuro."

  14. "Μου αποσπάται η προσοχή σκεφτόμενος το μέλλον."

Ετυμολογία

Η λέξη "distraerse" προέρχεται από το λατινικό "distrahere", το οποίο σημαίνει "να τραβήξει μακριά" ή "να διασπάσει".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - desconcentrarse (να αποσπάται η προσοχή) - distraer (να αποσπά) - entretenerse (να διασκεδάσει)

Αντώνυμα: - concentrarse (να συγκεντρωθεί) - enfocar (να εστιάσει) - prestar atención (να δώσει προσοχή)



23-07-2024