disuelto - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

disuelto (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

"Disuelto" είναι ένα επιθετικό επίθετο που προέρχεται από το ρήμα "disolver".

Φωνητική μεταγραφή

[disˈwel.to]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "disuelto" σημαίνει ότι κάτι έχει διαλυθεί, είτε σε φυσική είτε σε μεταφορική έννοια. Στη γλώσσα των Ισπανών, η λέξη χρησιμοποιείται συχνά και είναι σχετικά συχνή, κυρίως σε γραπτό και προφορικό λόγο. Οι περιπτώσεις που τη συναντάμε αφορούν χημικές αντιδράσεις, κοινωνικές καταστάσεις ή ακόμα και συναισθηματικές καταστάσεις.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El azúcar está disuelto en el agua.
  2. Η ζάχαρη είναι διαλυμένη στο νερό.

  3. Los problemas se disuelven con una buena comunicación.

  4. Τα προβλήματα λύνονται με καλή επικοινωνία.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "disuelto" δεν έχει πολλές καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες φράσεις:

  1. "Estar más disuelto que el azúcar en el café."
  2. "Να είσαι πιο διαλυμένος από τη ζάχαρη στον καφέ."
  3. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι εξαιρετικά ήρεμος ή ήπιος.

  4. "La relación se disolvió sin que nos diéramos cuenta."

  5. "Η σχέση διαλύθηκε χωρίς να το καταλάβουμε."
  6. Υποδηλώνει ότι κάτι έφτασε στο τέλος του χωρίς να είναι προφανές.

  7. "Sus problemas se disuelven con el tiempo."

  8. "Τα προβλήματά του διαλύονται με τον καιρό."
  9. Μια δηλωτική υπενθύμιση ότι με την πάροδο του χρόνου τα θέματα μπορούν να λυθούν.

Ετυμολογία

Η λέξη προέρχεται από το ρήμα "disolver", το οποίο σημαίνει "διαλύω". Το "disuelto" είναι το συμμετοχικό (παθητική μορφή) του ρήματος.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - disoluto - resuelto

Αντώνυμα: - sólido - intacto

Με αυτές τις πληροφορίες ελπίζω να έχω καλύψει πλήρως την έννοια και τη χρήση της λέξης "disuelto" στα Ισπανικά.



23-07-2024