diurno - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

diurno (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Επίθετο

Φωνητική μεταγραφή

/djuˈɾno/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "diurno" αναφέρεται σε οτιδήποτε συμβαίνει κατά τη διάρκεια της ημέρας. Χρησιμοποιείται συχνά σε σχέση με τη φύση, τη συμπεριφορά των ζώων ή τις δραστηριότητες των ανθρώπων. Είναι μια λέξη που μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με ελαφρώς μεγαλύτερη συχνότητα στο γραπτό πλαίσιο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Los pájaros son más activos durante el día, ya que son diurnos.
  2. Τα πουλιά είναι πιο ενεργά κατά τη διάρκεια της ημέρας, καθώς είναι ημερήσια.

  3. Las flores diurnas se abren con la luz del sol.

  4. Τα ημερήσια λουλούδια ανοίγουν με το φως του ήλιου.

  5. El ciclo diurno de la Tierra afecta la vida en el planeta.

  6. Ο ημερήσιος κύκλος της Γης επηρεάζει τη ζωή στον πλανήτη.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "diurno" μπορεί να συμμετάσχει σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις, αν και είναι λιγότερο συχνά χρήση στο Ισπανικά.

  1. Ritmo diurno:
  2. Esta expresión se refiere a las actividades y los hábitos que se relacionan con el ciclo diurno de una persona.
  3. Αυτή η έκφραση αναφέρεται στις δραστηριότητες και τις συνήθειες που σχετίζονται με τον ημερήσιο κύκλο ενός ατόμου.

  4. Vida diurna:

  5. La vida diurna de las personas está llena de ocupaciones y responsabilidades.
  6. Η ημερήσια ζωή των ανθρώπων είναι γεμάτη από υποχρεώσεις και ευθύνες.

  7. Ciclo diurno-nocturno:

  8. Este término se utiliza para describir el ciclo de actividades que alternan entre el día y la noche.
  9. Αυτός ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον κύκλο δραστηριοτήτων που εναλλάσσονται μεταξύ ημέρας και νύχτας.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "diurno" προέρχεται από το λατινικό "diurnus", που σημαίνει "ημερήσιος". Αυτή η ρίζα ετυμολογίας διατηρεί την ίδια σημασία στην ισπανική γλώσσα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - diurno: ημερήσιος - cotidiano: καθημερινός - solar: ηλιακός

Αντώνυμα: - nocturno: νυχτερινός - que ocurre de noche: που συμβαίνει τη νύχτα - invernal: χειμερινός (σε συγκεκριμένα πλαίσια όπου η νύχτα υπερέχει της ημέρας)



23-07-2024