diversificar los activos (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Μέρος του λόγου
Η λέξη "diversificar" είναι ρήμα.
Φωνητική μεταγραφή
Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο: /ði.βeɾ.si.fi.ˈkaɾ/
Χρήση
Η λέξη "diversificar" χρησιμοποιείται συχνά στη γλώσσα Ισπανικά, ειδικά στον τομέα της οικονομίας. Χρησιμοποιείται και στον προφορικό και στον γραπτό λόγο.
Παραδειγματικές προτάσεις
Es importante diversificar los activos financieros. (Είναι σημαντικό να διαφοροποιούμε τα χρηματοοικονομικά μας ενεργητικά.)
La diversificación de los activos es clave para mitigar el riesgo. (Η διαφοροποίηση των ενεργητικών είναι καθοριστική για τη μείωση του κινδύνου.)
Los inversores buscan constantemente nuevas formas de diversificar sus activos. (Οι επενδυτές αναζητούν συνεχώς νέους τρόπους για να διαφοροποιήσουν τα ενεργητικά τους.)
Ετυμολογία
Η λέξη "diversificar" προέρχεται από το λατινικό ρήμα "diversificare", που συνδυάζει τις λέξεις "diversus" (διάφορος) και "facere" (κάνω).