doctor - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

doctor (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φωνητική μεταγραφή

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "doctor" χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε επαγγελματίες υγείας που είναι εκπαιδευμένοι να διαγνώσουν και να θεραπεύσουν ασθένειες. Χρησιμοποιείται σε όλα τα πλαίσια, τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο, και είναι αρκετά συχνή στη γλώσσα Ισπανικά, ειδικά σε ιατρικά και καθημερινά κείμενα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El doctor me dio una receta para la medicación.
    (Ο γιατρός μου έδωσε μια συνταγή για το φάρμακο.)

  2. La doctora está en la consulta ahora.
    (Η γιατρός είναι στη διάγνωση τώρα.)

  3. Necesito ver a un doctor porque no me siento bien.
    (Πρέπει να δω έναν γιατρό γιατί δεν νιώθω καλά.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "doctor" συχνά χρησιμοποιείται σε ιδιωματικές εκφράσεις αι σε διάφορες καταστάσεις:

  1. Doctorado en la vida.
    (Διδακτορικό στη ζωή.)
    Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάποιος έχει σημαντική εμπειρία.

  2. Un doctor de cabecera.
    (Ένας γενικός γιατρός.)
    Αναφέρεται σε γιατρό που παρακολουθεί τακτικά έναν ασθενή.

  3. Ser el médico de los pobres.
    (Να είσαι ο γιατρός των φτωχών.)
    Χρησιμοποιείται για να δηλώσει μια ιατρική προσφορά προς τους αναγκαίους.

  4. No hay doctor que cure el dolor del corazón.
    (Δεν υπάρχει γιατρός που να θεραπεύσει τον πόνο της καρδιάς.)
    Χρησιμοποιείται όταν μιλάμε για συναισθηματικούς πόνους που δεν μπορούν να θεραπευτούν ιατρικά.

Ετυμολογία

Η λέξη "doctor" προέρχεται από το λατινικό "doctor", που σημαίνει "εκπαιδευτής" ή "αυτός που διδάσκει", το οποίο πηγάζει από το ρήμα "docere", που σημαίνει "να διδάσκω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024