doctrina - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

doctrina (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

doctrina είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους (la doctrina).

Φωνητική μεταγραφή

/dok'tɾina/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικά

Σημασία της λέξης

Η λέξη "doctrina" αναφέρεται σε ένα σύνολο γνώσεων, αρχών ή διδαγμάτων που διδάσκονται ή ακολουθούνται σε κάποιον τομέα, όπως η θρησκεία, η φιλοσοφία ή η νομική. Η χρήση της είναι κοινή σε γραπτό και προφορικό λόγο, με έμφαση στη νομική και θρησκευτική γλώσσα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La doctrina del derecho penal es fundamental para los abogados.
  2. Η διδασκαλία του ποινικού δικαίου είναι θεμελιώδης για τους δικηγόρους.

  3. La doctrina cristiana ha influido en muchas culturas a lo largo de la historia.

  4. Η διδασκαλία του χριστιανισμού έχει επηρεάσει πολλές κουλτούρες κατά τη διάρκεια της ιστορίας.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "doctrina" χρησιμοποιείται σε μερικές ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά:

  1. Doctrina de la fe
  2. Διδασκαλία της πίστης
  3. Οι πιστοί deben seguir la doctrina de la fe en sus vidas cotidianas.
    (Οι πιστοί πρέπει να ακολουθούν τη διδασκαλία της πίστης στην καθημερινή τους ζωή.)

  4. Doctrina militar

  5. Στρατιωτική διδασκαλία
  6. La doctrina militar de un país puede determinar su estrategia de defensa.
    (Η στρατιωτική διδασκαλία μιας χώρας μπορεί να καθορίσει τη στρατηγική άμυνας της.)

  7. Doctrina del liberalismo

  8. Διδασκαλία του φιλελευθερισμού
  9. La doctrina del liberalismo promueve la libertad individual y los derechos humanos.
    (Η διδασκαλία του φιλελευθερισμού προάγει την ατομική ελευθερία και τα ανθρώπινα δικαιώματα.)

Ετυμολογία

Η λέξη "doctrina" προέρχεται από τη λατινική λέξη doctrina, που σημαίνει "εκπαίδευση, διδασκαλία", από το ρήμα docere που σημαίνει "διδάσκω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - enseñanza (διδασκαλία) - dogma (δόγμα) - teoría (θεωρία)

Αντώνυμα: - ignorancia (άγνοια) - confusión (σύγχυση) - duda (αμφιβολία)



23-07-2024