domicilio - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

domicilio (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Η λέξη "domicilio" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική Μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "domicilio" με τη χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /domiˈθiljo/ (στην Ισπανία) ή /domiˈsilio/ (σε χώρες της Λατινικής Αμερικής).

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "domicilio" αναφέρεται σε έναν τόπο όπου ένα άτομο διαμένει μόνιμα ή προσωρινά. Στη νομική γλώσσα, μπορεί να αναφέρεται στην επίσημη διεύθυνση ενός ατόμου για σκοπούς επικοινωνίας ή νομικών διαδικασιών. Έχει συχνή χρήση και στο προφορικό και στο γραπτό λόγο, αν και οι νομικές ή επίσημες χρήσεις είναι πιο συχνές στο γραπτό πλαίσιο.

Παραδείγματα Προτάσεων

  1. Mi domicilio se encuentra en el centro de la ciudad.
    Η κατοικία μου βρίσκεται στο κέντρο της πόλης.

  2. Necesito actualizar mi domicilio en el registro.
    Πρέπει να ενημερώσω τη διεύθυνσή μου στο μητρώο.

  3. El domicilio del demandante es confidencial.
    Η διεύθυνση του ενάγοντα είναι εμπιστευτική.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "domicilio" μπορεί να συμμετέχει σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:

  1. Domicilio conocido
    Αυτός που γνωρίζει τη διεύθυνση
    Χρησιμοποιείται για να αναφέρεται σε κάποιον που έχει μια επίσημη καταχώριση ή γνωστή διεύθυνση.
    El cartero solo entrega cartas a domicilio conocido.
    Ο ταχυδρόμος παραδίδει γράμματα μόνο σε γνωστές διευθύνσεις.

  2. Domicilio fiscal
    Φορολογική διεύθυνση
    Αναφέρεται στην επίσημη διεύθυνση που χρησιμοποιείται για φορολογικούς σκοπούς.
    Es necesario declarar tu domicilio fiscal en la empresa.
    Είναι αναγκαίο να δηλώσετε τη φορολογική σας διεύθυνση στην επιχείρηση.

  3. Domicilio de origen
    Διεύθυνση προέλευσης
    Χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη διεύθυνση από την οποία προέρχεται κάποιος.
    El domicilio de origen del solicitante se encuentra en el formulario.
    Η διεύθυνση προέλευσης του αιτούντος βρίσκεται στη φόρμα.

  4. Domicilio habitual
    Συνηθισμένη κατοικία
    Αναφέρεται στη διεύθυνση όπου ονομάζεται μόνιμη διαμονή.
    Tu domicilio habitual debe ser el que declares en el contrato.
    Η συνηθισμένη σου κατοικία πρέπει να είναι αυτή που θα δηλώσεις στο συμβόλαιο.

Ετυμολογία

Η λέξη "domicilio" προέρχεται από το λατινικό "domicilium", το οποίο σημαίνει "κατοικία" ή "σπίτι". Αυτό με τη σειρά του προέρχεται από τη ρίζα "domus", που σημαίνει "σπίτι".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - residencia (κατοικία) - morada (κατοικία) - vivienda (κατοικία)

Αντώνυμα: - desalojo (εκδίωξη) - desplazamiento (μετακίνηση)
- itinerario (δρομολόγιο)



22-07-2024