dorado - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

dorado (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη dorado είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

η διεθνής φωνητική αλφάβητος (IPA) για τη λέξη dorado είναι /doˈɾaðo/.

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη dorado σημαίνει κυρίως "χρυσός" και χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που έχει το χρώμα ή τη λαμπρότητα του χρυσού. Χρησιμοποιείται συχνά σε ποικιλία συμφραζομένων, όπως στην περιγραφή χρωμάτων, αντικειμένων ή σε περισσότερες μεταφορικές εκφράσεις. Στην καθημερινή γλώσσα, η χρήση της είναι αρκετά συχνή, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. El sol está dorado en el horizonte.
  2. Ο ήλιος είναι χρυσός στον ορίζοντα.

  3. Compré un anillo dorado para mi esposa.

  4. Αγόρασα ένα χρυσό δαχτυλίδι για τη γυναίκα μου.

  5. La pintura dorada le da un toque elegante a la habitación.

  6. Η χρυσή ζωγραφιά δίνει μια κομψή αίσθηση στο δωμάτιο.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη dorado χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά.

  1. El dorado destino - Ο χρυσός προορισμός.
  2. Todos sueñan con llegar al dorado destino de la riqueza.
  3. Όλοι ονειρεύονται να φτάσουν στον χρυσό προορισμό του πλούτου.

  4. Oro dorado - Χρυσό χρυσό.

  5. El campo estaba lleno de oro dorado durante la cosecha.
  6. Το χωράφι ήταν γεμάτο χρυσό χρυσό κατά τη διάρκεια της συγκομιδής.

  7. A manos llenas - Με χρυσές παλάμες.

  8. Él reparte amor dorado a manos llenas.
  9. Αυτός μοιράζει χρυσό έρωτα με χρυσές παλάμες.

Ετυμολογία

Η λέξη dorado προέρχεται από το ρήμα dorar, που σημαίνει "να χρυσίζω". Η ρίζα της λέξης συνδέεται με το λατινικό deaurare, που σημαίνει επίσης "να καλύπτω με χρυσό".

Συνώνυμα και Αντώνυμα



22-07-2024