Η λέξη "dormitorio" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου: [doɾ.miˈto.ɾjo]
Η λέξη "dormitorio" αναφέρεται σε χώρο ή δωμάτιο όπου κάποιος κοιμάται, συνήθως χρησιμοποιούμενο ως οικιακό δωμάτιο. Στην ισπανική γλώσσα, χρησιμοποιείται ευρέως και μπορεί να αναφέρεται τόσο σε προσωπικά υπνοδωμάτια όσο και σε κοιτώνες.
Ο όρος είναι αρκετά συχνός στην καθημερινή ομιλία, αλλά επίσης χρησιμοποιείται και σε γραπτό λόγο, όπως σε κείμενα που σχετίζονται με την αρχιτεκτονική, την εσωτερική διακόσμηση ή το μισθωτήριο.
El dormitorio de mi hermano es muy grande.
(Το υπνοδωμάτιο του αδελφού μου είναι πολύ μεγάλο.)
En el dormitorio hay una cama y un armario.
(Στο υπνοδωμάτιο υπάρχουν ένα κρεβάτι και μια ντουλάπα.)
Voy a decorar mi dormitorio con colores claros.
(Θα διακοσμήσω το υπνοδωμάτιό μου με ανοιχτά χρώματα.)
Η λέξη "dormitorio" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
Dormitorio de los sueños.
(Υπνοδωμάτιο των ονείρων.)
Αναφέρεται σε ένα ιδανικό ή ιδιαίτερα ευχάριστο υπνοδωμάτιο.
Hacer del dormitorio un refugio.
(Να κάνεις το υπνοδωμάτιο καταφύγιο.)
Σημαίνει να δημιουργήσεις έναν χώρο ηρεμίας και ασφάλειας.
Dormitorio compartido.
(Κοινό υπνοδωμάτιο.)
Αναφέρεται σε ένα υπνοδωμάτιο που μοιράζονται περισσότεροι από ένα άτομα, όπως σε καταλύματα ή κοιτώνες.
Dormir a pierna suelta en el dormitorio.
(Να κοιμάσαι χωρίς έγνοιες στο υπνοδωμάτιο.)
Σημαίνει να απολαμβάνεις ένα αναζωογονητικό ύπνο χωρίς ανησυχίες.
Transformar el dormitorio.
(Να μετατρέψεις το υπνοδωμάτιο.)
Αναφέρεται στην ανακαίνιση ή αλλαγή του χώρου του υπνοδωματίου.
Η λέξη "dormitorio" προέρχεται από το λατινικό "dormitorius", το οποίο σημαίνει "αυτό που σχετίζεται με τον ύπνο" (από το ρήμα "dormire", που σημαίνει "κοιμάμαι").