dosis - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

dosis (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

dosis: Ουσιαστικό.

Φωνητική Μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή (IPA): /ˈdosis/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη dosis σε Ισπανικά αναφέρεται συνήθως σε μια καθορισμένη ποσότητα φαρμάκου ή ουσίας που χορηγείται σε έναν ασθενή. Χρησιμοποιείται συχνά στους τομείς της ιατρικής, αλλά μπορεί επίσης να έχει στρατιωτικές και γενικές εφαρμογές όπου οι ακριβείς ποσότητες είναι κρίσιμες.

Συχνότητα Χρήσης: Η λέξη χρησιμοποιείται πολύ συχνά, κυρίως στο γραπτό πλαίσιο, ειδικά σε ιατρικά κείμενα και αναφορές. Χρησιμοποιείται λιγότερο σε προφορικές συνομιλίες εκτός αν η συζήτηση αφορά την ιατρική.

Παραδειγματικές Προτάσεις

  1. La dosis recomendada para este medicamento es de 500 mg.
  2. Η συνιστώμενη δόση για αυτό το φάρμακο είναι 500 mg.

  3. Es importante no exceder la dosis diaria de vitamina C.

  4. Είναι σημαντικό να μην ξεπερνάς τη ημερήσια δόση βιταμίνης C.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη dosis είναι μέρος διαφόρων ιδιωματικών εκφράσεων:

  1. Dar una dosis de realidad.
  2. Να δώσεις μια δόση πραγματικότητας.
  3. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη διαδικασία του να κάνεις κάποιον να δει την αλήθεια σε μια κατάσταση.

  4. Una dosis de amor.

  5. Μια δόση αγάπης.
  6. Συχνά χρησιμοποιείται σε συναισθηματικά ή ρομαντικά συμφραζόμενα.

  7. La dosis exacta.

  8. Η ακριβής δόση.
  9. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αναφέρεται σε κάτι που είναι σωστά μετρημένο ή υπολογισμένο.

Ετυμολογία

Η λέξη dosis προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό δόςις (dosis) που σημαίνει "δοσά" ή "παροχή".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - porción (μερίδα) - cantidad (ποσότητα)

Αντώνυμα: - carencia (έλλειψη) - ausencia (απουσία)

Με αυτές τις πληροφορίες, η λέξη dosis παρουσιάζεται με έναν πλήρη και κατανοητό τρόπο, η οποία έχει σημαντική χρήση και σε μιλιά και σε γραπτό λόγο ιδίως σε ιατρικά συμφραζόμενα.



22-07-2024