Η λέξη "drago" είναι ουσιαστικό (sustantivo).
Φωνητική μεταγραφή: /ˈðɾa.ɣo/
Στη γλώσσα Ισπανικά, η λέξη "drago" μπορεί να αναφέρεται σε δύο κυρίως έννοιες: 1. Δράκος: Ένας μυθικός ή φανταστικός θησαυρός. 2. Δέντρο δράκος (Dracaena): Ένα είδος φυτού, γνωστό για το χαρακτηριστικό κόκκινο ρητίνης του, που χρησιμοποιείται σε διακοσμητικά φυτά.
Η λέξη "drago" χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτά κείμενα, καθώς η έννοια του δράκου είναι πιο συχνά συνδεδεμένη με μύθους και λογοτεχνία, ενώ το φυτό αναφέρεται σε γεωπονικές και βοτανικές συζητήσεις. Γενικά, η χρήση της λέξης δεν είναι ιδιαίτερα συχνή, εκτός συγκεκριμένων πλαισίων.
Ο δράκος είναι ένα πολύ αρχαίο δέντρο στα Κανάρια Νησιά.
En la historia había un drago que guardaba un tesoro.
Στην ιστορία υπήρχε ένας δράκος που φύλαγε έναν θησαυρό.
Los dragos son conocidos por su resina roja.
Η λέξη "drago" δεν χρησιμοποιείται πολύ σε ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα, αλλά μπορεί να εμπνεύσει κάποιες παροιμίες ή φράσεις σχετικά με δράκους στον μύθο.
Να δεις έναν δέντρο δράκο είναι σαν να βρεις έναν κρυμμένο θησαυρό.
"El drago de la historia siempre está en el fondo del bosque"
Ο δράκος της ιστορίας είναι πάντα στο βάθος του δάσους.
"No hay dragos que valgan si no hay sabiduría detrás de ellos"
Η λέξη "drago" προέρχεται από το λατινικό "draconem", που σημαίνει δράκος. Επίσης, το "draco" στα ελληνικά σημαίνει επίσης δράκος, συνδέοντας τη λέξη με την ελληνική μυθολογία και γλώσσα.
Συνώνυμα: - Δένδρο δράκος: Dracaena.
Αντώνυμα: - Δεν υπάρχουν άμεσα αντώνυμα στην περίπτωση του "drago" καθώς αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο φυτό ή μύθο, αλλά μπορούν να χρησιμοποιηθούν γενικές έννοιες του φυτού ή του φανταστικού, όπως π.χ. "φυτό" ή "θηρίο" για να υποδηλώσουν κάτι λιγότερο συγκεκριμένο.